Ιδιοτροπία, παραξενιά που διακρίνει κάποιον με τη θετική έννοια. Κατ' επέκταση: κόλλημα, εμμονή.

Και ναι και όχι συγγενές με το «βλαμμένος»: ναι μεν από την ίδια ρίζα (ρ. βλάπτω), αλλά δεν αναφέρεται, όπως ο βλαμμένος, σε ανίατη κατάσταση προβληματικής συμπεριφοράς ένεκα βλάβης στον εγκέφαλο.

Το λέμε κυρίως θετικά, «έχω μια βλάψη», έχω δηλαδή κάτι που με ξεχωρίζει από τους άλλους, οι οποίοι, γι' αυτόν τον λόγο, με θεωρούν λίγο sui generis. Αλλά επ' ουδενί βλαμμένο.

Το έχω ακούσει να λέγεται κυρίως από παλιότερους και δη ανθρώπους του χωριού, δεν παίζει στο γούγλε, αλλά στ' αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς.

  1. Αυτά που διάβασα στο άρθρο του, ακούγονταν πειστικά, αλλά επειδή έχω μια βλάψη και είμαι καχύποπτος, το έψαξα λιγάκι και κατάλαβα ότι τελικά ο τύπος λέει άλλ' αντ' άλλων.

  2. Ο Νώντας έχει μια βλάψη με τα έντομα. Ό,τι θες να μάθεις θα σου το πει.

Got a better definition? Add it!

Published