Κιβούρι < κιβώριον από το αραβικό / εβραϊκό keber (και όχι μέσω της τουρκικής, διότι ο όρος «κιβώριον» είναι ασφαλώς προγενέστερος του 15ου αι.), που σημαίνει τάφο αγίου στον οποίο γινόταν προσκύνημα. Κιβούρι, ποιητικά πια, σημαίνει τάφος.

Κιβώριον επίσης λέγεται και το παλαιοχριστιανικό αψιδοειδές κάλυμμα της Αγίας Τράπεζας που στηριζόταν πάνω σε τέσσερις κολώνες, επειδή η Αγία Τράπεζα, θεωρητικά τουλάχιστο, στέκεται πάνω σε οστά αγίου, σύμφωνα με το Αποκ. στ΄9 «και είδον υποκάτω του θυσιαστηρίου τας ψυχάς των εσφαγμένων δια τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν του αρνίου ήν είχον'». Εάν δεν υπάρχουν οστά αγίου, κάθε επίπεδη επιφάνεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως Αγία Τράπεζα εφόσον επιστρωθεί με το Ιερό Αντιμνήσιον, ένα ύφασμα κεντημένος με το Πάθος του Ιησού στο οποίο είναι ραμμένα οστά αγίων.

Δυστυχώς το αντικείμενο ήταν πολύ εύθραυστο και σώζεται μόνο ένα γνήσιο, στην περίφημη Καταπολιανή της Παροικίας Πάρου (4-7oς, η οποία είχε χτιστεί πριν ακόμα καθιερωθεί ο πλήρης διαχωρισμός του Ιερού από τον Κυρίως Ναό, πριν δηλαδή σχηματισθεί το Τέμπλο.

Σήμερα υπάρχουν μερικά κιβώρια κατασκευασμένα κατ' αντιγραφή σε διάφορες εκκλησίες.

  1. Θα σε κάνω να σκάψεις το κιβούρι σου με τα ίδια σου τα χέρια.

  2. Θα σου σκάψω το κιβούρι αν το ξανακάνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Μιτζνούρ

Αν βρεθεί κανένας κατά Πάρο μεριά ας το δει. Η εκκλησία είναι κεντρικότατη. Και ας βάλει και κάποιο εποπτικό μέσο.

#2
allivegp

Υπάρχει και το λαϊκό δημώδες:
Του κλέφτη το κιβούρι

#3
Nakas

Σύμφωνα με άλλες πηγές το κιβώριο-κιβούρι-keber προέρχεται από το Μεσαιωνικό Λατινικό cibōrium, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το Ελληνικό κιβώριον που πιθανότατα έχει Αιγυπτιακή ρίζα. Φυσικά είναι πολύ πιθανό η Εβραϊκή λέξη να έχει την ίδια ρίζα με την Αιγυπτιακή.
Οι πρώτοι που χρησιμοποιήσαν κιβώρια ήταν οι Ρωμαίοι για να καλύπτουν σημαντικά αγάλματα αλλά κυρίως τάφους. Από εκεί το πήραν οι Χριστιανοί, οι οποίοι καλύπταν τους τάφους των μαρτύρων τους, που αποτέλεσαν φυσικά την απαρχή της Αγίας Τράπεζας. Έτσι συνδέεται η έννοια του τάφου-κιβουριού με την έννοια της Αγίας Τράπεζας, όπως πολύ σωστά γράφεις.
Κιβώρια υπάρχουν και άλλα σε εκκλησίες της Δύσης, αν και νομίζω ότι της Καταπολιανής είναι το παλαιότερο που επιβιώνει.

#4
Μιτζνούρ

Nakas έχεις δίκιο. Έγραψα μόνο για το κιβώριο που με είχε εντυπωσιάσει. (Έτσι κι αλλιώς δεν είναι slang αλλά είναι endangered Greek και η Iron θα μας συγχωρήσει).

Λοιπόν η λέξη κιβώριον έχει δύο προελεύσεις και δύο σημασίες. α) κιβούρι = φέρετρο, τάφος < μεταβυζαντινό κιβούριν / κιβούριον < ελληνιστικό (της ελληνιστικής Κοινής) κιβώριον < εβραϊκό קבר (k'eber) τάφος. Φυσικά στο πλαίσιο της ναοδομίας και εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής πήρε τη σημασία που αναφέραμε.
Η αρχή βρίσκεται εδώ:Ἀπὸ τὰς περιγραφὰς τοῦ ἀνωνύμου προσκυνητοῦ τῆς Πλακεντίας (περ. 570 μ.Χ.) καὶ τοῦ Ἀρκούλφου (679-688 μ.Χ.) συνάγεται ὅτι ὁ Πανάγιος Τάφος, ἀρχικῶς, ἦτο λαξευμένος εἰς μονόλιθον, περίκλειστος μὲ δακτυλιόσχημον τοῖχον, εἰς τὸ μέσον μεγάλου πλατώματος καὶ ἐστεγάζετο μὲ κιβώριον ὑποβασταζόμενον ἀπὸ κιονίσκους. (Κατεστράφη από τον Αλ Χακήμ στις αρχές του 11ου αι.) Υπήρξαν και ανάλογα κτίσματα, όπως: Δυτικῶς τῆς ἁγίας Ἀποκαθηλώσεως καὶ πρὸς τὴν κατεύθυνσιν τοῦ ἱεροῦ Κουβουκλίου, ὑπάρχει μαρμάρινον κιβώριον, τὸ ὁποῖον ἀνήκει εἰς τοὺς Ἀρμενίους, κι εκεί πιστεύεται ότι από κει παρακολουθούσαν τη σταύρωση οι γυναίκες ( Λουκάς κγ’, 49).

#5
Μιτζνούρ

Το ότι υπήρχαν τέτοια κιβώρια πάνω από την Αγία Τράπεζα το ξέρουμε από τη διήγηση (Χειρόγραφα Βασιλικής Παρισινής Βιβλιοθήκης) ότι κατά το 31ο έτος της βασιλείας του Ιουστινιανού, κατά τη διάρκεις επισκευών έπεσε το τοιχείο του τρούλου και κατέστρεψε το κιβώριο, την Αγία Τράπαζα και τον άμβωνα.

β) είδος ποτηριού κατά τον Θεόφραστο. Σε κιβώριο μάλιστα κατά τον Ηγήσανδρο (Δειπνοσοφιστές του Αθήναιου) ο ποιητής Ευφορίων, κι ενώ του είχαν γεύμα στο Πρυτανίο, μέθυσε και ούρησε.
Αυτό είναι το λατινικό ciborium, το σχήμα του οποίου μοιάζει με το Ιερό Δισκοπότηρο (της Θείας Κοινωνίας). Το σκεύος αυτό ονομάστηκε έτσι διότι μοιάζει με τη στεφάνη με ποδίσκο του αιγυπτιακού φυτού KBR (μοιάζει με του βελανιδιού αν αφαιρεθεί ο καρπός). Είναι ο 'αιγύπτιος κύαμος' που αλλού χαρακτηρίζεται και ως κολοκασία, και είναι το κυπριακό κολοκάσι, βασική πηγή υδατανθράκων και πρωτεϊνών στην αρχαία Αίγυπτο.
Όλα αυτά τα γράφω με εκτίμηση για τις προσπάθειές σας. Απλώς είμαι πολλά χρόνια στο κουρμπέτι, λόγω ηλικίας.

#6
Nakas

Δεν έχω πρόχειρο το βιβλίο του Α. Ορλάνδου «Η ξυλόστεγος παλαιοχριστιανική βασιλική της μεσογειακής λεκάνης» αλλά είαμι σίγουρος ότι έχει πλήρη κατάλογο των αναφορών. Το θέμα είναι πώς ένας τόσο λόγιος όρος και μάλλον άχρηστος από ένα σημείο και μετά πέρασε στη λαϊκή γλώσσα.