Κατά παράφραση της λέξεως «κλεφτοκοτάς» με την ουσιώδη διαφορά ότι ο υποφαινόμενος κλέβει ποτά αντί για κοτόπουλα.

Ρε κλεφτοποτά, άσε κάτω επιτέλους το ποτό μου! Όλο μου το ήπιες πια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Vrastaman

Put the pot down carefully! You have the right to remain silent...

#2
tsakalos

κι ο εργαζόμενος σε μπαρ κλπ που κλέβει ποτά απ' την κάβα και τα πουλάει (έχουν γίνει μανούρες έτσι...)