Κοψοχρονιά. Τζάμπα πράμα. Έναντι ευτελούς τιμήματος.
Δίνω κάτι μπιρ παρά (bir para) σημαίνει το ξεπουλάω όσο-όσο. Bir στα τούρκικα σημαίνει ένα, ενώ para είναι ο παράς, δηλαδή μια νομισματική μονάδα.
Όχι στο ξεπούλημα του Σισέ μπιρ παρά.
μπιρ μπαρά redirects to μπιρ παρά (for which one more definition been submitted).
Κοψοχρονιά. Τζάμπα πράμα. Έναντι ευτελούς τιμήματος.
Δίνω κάτι μπιρ παρά (bir para) σημαίνει το ξεπουλάω όσο-όσο. Bir στα τούρκικα σημαίνει ένα, ενώ para είναι ο παράς, δηλαδή μια νομισματική μονάδα.
Όχι στο ξεπούλημα του Σισέ μπιρ παρά.
Αλλιώς και μπιρ-μπαρά.
Got a better definition? Add it!
4 comments
patsis
Βλ. και μπιρ-μπαρά και κοψοχρονιά.
MXΣ
Μετάφρασις εἰς τήν Ἑλληνικήν : «για πενταροδεκάρες»
patsis
Ωχ, σόρυ, το κοψοχρονιά ήταν πρώτη-πρώτη λέξη, έβλεπα τα links στο λήμμα μπιρ-μπαρά και παρασύρθηκα.
iron
βλ. και εδώ για το θέμα.