Aγγλιστί yobbo: ο κάγκουρας, αυτός που'χει κάψει εγκέφαλο, ο κατεστραμμένος.

  1. Περπατούσα για το σπίτι χτες και πέτυχα έναν γιόμπανο που έκανε παντιλίκια σε ένα στενάκι για να πουλήσει μούρη στη γκόμενα, μέχρι που του 'φυγε και χτύπησε δύο παρκαρισμένα.

  2. Έχω βαρεθεί μέχρι αηδίας τους γιόμπανους που περνάνε από τις γειτονιές με τη μουσική στο 11 και ακούγονται 7 τετράγωνα μακριά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified