Το χαλάζι, στην κρητική. Το ανεβάζω, γιατί τη βρίσκω τρομερά χαριτωμένη λέξη. Πρέπει δε να σημειωθεί πως είναι τόσο ισχυρή η χρήση της λέξης αυτής έναντι της «χαλάζι», που έπρεπε να φτάσω 18 και να φύγω από την Κρήτη για να ανακαλύψω πως τελικά είχα δει «χαλάζι» κι απλώς μου το είχαν συστήσει ως «κουκοσάλι».

Θεσσαλονικιός: Α, κοίτα χαλάζι!
Κρητικός: Τι χαλάζι ρε; Αυτό είναι κουκοσάλι!
Θεσσαλονικιός: Χαχαχαχαχα «κουκοσάλι»; Τι λες ρε χωριάταρε;! Από τα Ούα κατέβηκες; Χαχαχαχαχαχα!
Κρητικός (έτοιμος να κλάψει): Μα αλήθεια, κουκοσάλι...

(από mafie, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Μιτζνούρ

Κακοσάλι σημαίνει χαλάζι στην Κρήτη και σε άλλα νησιά, Κάσσο, Κάρπαθο, επειδή προκαλεί καταστροφές. Αποτελεί επιστένωση της σημασία της φράσης κακός σάλος, δηλαδή καταστροφική θύελλα, με ή χωρίς χαλάζι.

#2
Galadriel

Κουκουσάλι στη Δ. Πελλοπόνjησο.

#3
Vrastaman

Άσχετο, αλλά κουκουζέλι στη Δ. Πελλοπόνjησο αποκαλείται ο βρώσιμος καρπός της κουκουναριάς.

[img]http://www.foodsubs.com/Photos/cpinola.jpg[/img]

#4
cmenid

Στα Μέγαρα της Αττικής το λέμε "κορκοσάλι" και σημαίνει το ψιλό χιονόνερο που πέφτει με πολύ-πολύ κρύο.