Καρφί με χοντρό στρογγυλό κεφάλι (λείο ή με διακόσμηση) το οποίο παλιά χρησιμοποιούνταν στα παπούτσια («παπουτσόπροκα»). Πιο πολύ όμως έχουμε συνηθίσει να το βλέπουμε σε καναπέδες και πολυθρόνες παλιού τύπου, όπου το δέρμα / ύφασμα / βελούδο στερεώνεται με πολλά τέτοια καρφιά στη σειρά.

Χαρακτηριστικοί δερμάτινοι καναπέδες με καμπαράδες είναι οι Chesterfield.

Από το τουρκικό kabara που σημαίνει το ίδιο. Τη λέξη δεν έχουν ούτε το ΛΚΝ ούτε ο Μπάμπης.

Δεν ξέρω αν μπορώ να τα περιγράψω καλά (και δεν ειμαι πολύ εξοικοιωμένη με την τεχνολογία ώστε να βάλω φώτος), αλλά προέκυψε η ιδανική λύση για μένα που δεν είμαι φαν του μοδάτου βέγκε και αγαπώ περισσότερο την τραπεζαρία της γιαγιάς μου με τα λιονταρίσια πόδια, τους καμπαράδες, τον μπρούντζο και όχι το ίνοξ.
(από το νέτι)

(από ironick, 03/12/11)(από ironick, 03/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
vikar

Τί εστί «βέγκε»; (στο παράδειγμα)

#2
iron

α δε σου λέω.

#3
joe909

Όλα θες να τα μαθαίνεις μωρέ βικ.

#4
HODJAS

Εύγε! Πάντα ήθελα να μάθω πώς λέγονταν αυτά τα ρημάδια.

#5
aias.ath

@Βίκαρ
Θέλοντας ν΄ ἀγοράσω ἕνα ἔπιπλο λουτροῦ, ἔμαθα ὅτι βέγκε εἶναι μοδᾶτο σκοῦρο καφφεκόκκινο χρῶμα.

#6
vikar

Νά 'σαι καλά ρε Αίας.

#7
iron

μα γιατί του τόπες...

#8
vikar

Γιατι ο άνθρωπος έχει ήθος, δέν είναι σα μερικούς-μερικές...

#9
jesus

μια κ έχουμε αία από πάνω, είναι κ κλασσικό ανέκδοτο:

πούστης πάει στον κρεοπώλη ν' αγοράσει ένα σαλάμι.
- (φωνή πουστάρας) ένα σαλάμι μου δίνετε;
- (φωνή αντρίλα σκέτη) αυτό σου κάνει;
- αυτό καλέ είναι πολύ μικρό...
- αυτό;
- αυτό καλέ είναι τεράστιο, σε καλό σου...
- αυτό;
- (το ζουλάει) χμμμ...μαλακούτσικο είναι...
- αυτό;
- αυτό ναι!
- να το κόψω φέτες;
- γιατί καλέ, κουμπαράς είμαι;

ο κουμπαράς έχει μια σχετική αυτονόμηση για το γκεϋλίκι.

μπόνους:
- πώς λέγονται οι λύκοι που τον παίρνουνε;
- γκεϋλύκοι.

#10
Galadriel

...και γαμιούνται για χαρτζιλύκοι. :P

#11
jesus

μπα, για ένα τάπερ ταραμά.