Επίορκος δημόσιος λειτουργός σε νευραλγικές υπηρεσίες (π.χ. Εφορίες, ΣΔΟΕ, Αστυνομικά Τμήματα, Τελωνεία, Πολεοδομίες, τετραψήφια νούμερα προστασίας καταναλωτών κ.λπ.), επιφορτισμένος με τη συλλογή καταγγελιών εκ μέρους πολιτών, και ο οποίος αντί να τις προωθεί αρμοδίως προς διερεύνηση, τις βάζει ν' αραχνιάζουν στο αρχείο ώστε να μην αποκαλυφθούν ή θιγούν οι παραβάτες.

Συνήθως οι γομολάστιχες αποτελούν γρανάζι σπείρας που περιλαμβάνει εκβιαστές, μπράβους, τοκογλύφους, νοθευτές καυσίμων, λαθρεμπόρους και συχνά τον ίδιο τον προϊστάμενο της Δημόσιας Υπερεσίας.

Η γομολάστιχα όπως όλοι θυμόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια, δουλεύει σβήνοντας και χαρίζει τα λευκότερα λευκά, εξ ου και ο συνειρμός με αυτόν που δημιουργεί αθώες περιστερές σβήνοντας τις καταγγελίες.

- Πήρα στο τετραψήφιο να καταγγείλω τον καριόλη που μου γέμισε το ρεζερβουάρ νερό, αλλά έξι μήνες μετά, ακόμη να του κάνουν έλεγχο.
- Ε, τί περιμένεις, σε καμιά γομολάστιχα θα έπεσες.

(από allivegp, 21/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Εξαιρετικός! Sad but slang!

Τον κύριο γομολάστιχο τον έχουμε γραμμένο σε τούτο το κατάστιχο...

#2
gaidouragathos

Φρέσκο σλανγκ, σαν εκείνα τα κουλούρια που τρώγαμε τα χαράματα, στη Ροτόντα...

#3
Galadriel

Αχ εσύ, αχ εσύ... μπύρες, κουλούρια και μεις με το πισί στο χέρι, αλλά πού θα πάει...