Ο βάτραχος, συναντάται και τζαμπλιάκι (βατράχι). Προφέρεται και ως τζιάμπλιακας ή και τζιαμπλιάκ' (χωριατιστί).

- Ούι μανούλαμ, πήγα στου πουτάμ' κι έπαιζα μις στου νιρό κι μι κατούρντσι τζάμπλιακας κι έβγαλα μπασταρδίτσα...

(από VAG, 15/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
VAG

Η παραπάνω έκφραση αποτελεί πραγματικό γεγονός, ουδεμία σχέση έχει με φανταστικά πρόσωπα ή καταστάσεις...

#2
iron

α.

#3
Galadriel

Εμένα μου φαίνεται ότι παρά το δισκλάιμα, εσύ την έβγαλες τη μπασταρδίτσα βαγκ αλλιώς δε θα μας το λεγες, τι μας πέρασες για χαζούς; (αυτό το μετακάψιμο πρέπει να ανέβει ως λήμμα)

#4
VAG

Αη μαρί τι μ λιες;

#5
deathphilosophy

Υπάρχει ορισμός για τη «μπασταρδίτσα» ;

#6
VAG

Όταν σε κατουρήσει βατράχι, ενώ παίζεις μαζί του για άγνωστες αιτίες, φοβάται και σε κατουράει. Στο χωριό μου, τη φουσκάλα που έβγαζες μετά απ' αυτό, τη λέγανε μπασταρδίτσα χωρίς να ξέρω πως και γιατί. Δεν έχω περισσότερα στοιχεία και γι' αυτό δεν το ανέβασα ως λήμμα.

#7
Vrastaman

Από πού κρατάει η σκούφια του ιδιωματισμού αυτού;

#8
VAG

Από χωριά του κεντρικού Έβρου Σουφλί, Τυχερό κλπ. Ενδέχεται να χρησιμοποιείται και σε άλλα μέρη στη ΒΑ Ελλάδα.