Στη θεατρική διάλεκτο σημαίνει ότι, ενώ γίνεται η παράσταση και βρίσκομαι στην κουίντα (τον χώρο δίπλα και έξω από τη σκηνή όπου οι ηθοποιοί περιμένουν κρυμμένοι από το κοινό για να βγουν στη σκηνή), κατά λάθος φαίνομαι από το κοινό χωρίς να παίζω εκείνη τη στιγμή στο έργο και χαλάω την υποβολή του θεατή στην υπόθεση του έργου, αφού με βλέπει να ξύνομαι και να κοιτάζω σαν χαζός κι εγώ τι γίνεται στη σκηνή!

  1. (από παράσταση στη Λυρική)
    - Η Νάγια σήκωσε την κουρτίνα και σφοράρουμε τώρα!
    - Τι κάνουμε;
    - Σφοράρουμε, έτσι λένε στο θέατρο, φαινόμαστε.
    - Ααα, μισό να το σημειώσω να το περάσω στο slang.gr....

  2. (από εδώ)
    ««Σφοράρω», σημαίνει στη διάλεκτο του θεάτρου: διακρίνομαι κατά λάθος ανάμεσα στις κουίντες. Δεν γνωρίζω αν από εκεί κατάγεται και η ονομασία της εταιρείας θεάτρου Sforaris, αλλά με τρεις κυρίως δουλειές στα έξι χρόνια ύπαρξής της έχει καταφέρει να διακρίνεται ανάμεσα στις κουίντες της θεατρικής μας πολυπραγμοσύνης.»

Στην αριστερή κουίντα της Λυρικής. (από Cunning Linguist, 30/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified