Σύντμηση των λέξεων μπακ (=οπισθοφύλακας, αμυντικός) και τέρμα (συντομ. για τερματοφύλακα). Χαρακτηρίζει τον τερματοφύλακα που βγαίνει μακριά απ' την εστία του, εκτός περιοχής, και σε θέση όπου συνήθως κινείται ο κεντρικός αμυντικός.

Το μπακότερμα, είτε επεμβαίνει για να αποσοβήσει κίνδυνο στην «πλάτη» της άμυνας, είτε ανεβαίνει ψηλά για να προωθήσει το επιθετικό παιχνίδι, έρχεται σε επαφή με την μπάλα αποκλειστικά με τα πόδια ή το κεφάλι και ποτέ με τα χέρια. Το γεγονός ότι η εστία μένει αφύλακτη, κάνει το μπακότερμα επιλογή υψηλού ρίσκου, ένα πραγματικό ποδοσφαιρικό δίκοπο μαχαίρι. Στις επιτυχημένες επεμβάσεις το μπακότερμα γίνεται ήρωας, εκθέτοντας ταυτόχρονα τους συμπαίχτες του που τον αναγκάζουν να καλύπτει και δικές τους θέσεις. Στις αποτυχημένες γίνεται αποδιοπομπαίος τράγος, ειδικά όταν το ρίσκο μοιάζει εντελώς αχρείαστο. Στην πιο ακραία του μορφή, το μπακότερμα δεν θα αρκεστεί σε έναν προωθημένο αμυντικό ρόλο, αλλά θα ανέβει με την μπάλα ψηλά επιχειρώντας ακόμη και ντρίπλες απέναντι στον αντίπαλο επιθετικό. Οι τερματοφύλακες που επιλέγουν αυτό το στυλ παιχνιδιού έχουν χειρισμό της μπάλας άνω του μέσου όρου για τη θέση τους, και συνήθως πρόκειται για παλαιούς επιθετικούς που το γύρισαν στο τέρμα.

Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τερματοφυλάκων-μπακοτερμάτων είναι οι Ρενέ Χιγκίτα, Φαμπιάν Μπαρτέζ, Χοσέ Λουίς Τσιλαβέρτ από το εξωτερικό και Ηλίας Ατματσίδης (aka ο τερματοφύλακας-λίμπερο), Aντώνης Νικοπολίδης, Κυριάκος Τοχούρογλου στην Ελλάδα. Βεβαίως όλοι οι τερματοφύλακες έχουν κατά καιρούς βρεθεί σε θέση μπακότερμα.

Στο σχολικό ποδόσφαιρο το μπακότερμα δεν αφορά μεμονωμένες επεμβάσεις, αλλά πρόκειται για μόνιμη θέση καθόλη τη διάρκεια του αγώνα, είτε γιατί μια εκ των δυο ομάδων αγωνίζεται με παίχτη λιγότερο, είτε γιατί και οι δυο ομάδες αγωνίζονται με λιγότερους παίχτες από όσους απαιτούνται για να καλύψουν το χώρο και να κάνουν παιχνίδι αξιοπρεπώς.

Εναλλακτικά το μπακότερμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στην κοινωνική ζωή για να χαρακτηρίσει συμπεριφορά. Επαινετικά για άτομα με θετική πληθωρική δράση, ειρωνικά για όσους επιχειρώντας να προβληθούν μπλέκονται σε ξένα χωράφια ή αναλαμβάνουν πολλά καθήκοντα ταυτοχρόνως όντας ανεπαρκείς σε όλα, καταλήγοντας να δημιουργούν προβλήματα και εκνευρισμό στους υπόλοιπους.

  1. - Αυτός ο αργοκαρούτας ο λίμπερο ούτε μια μπαλιά δεν κατάφερε να κόψει.
    - Ευτυχώς έβγαινε μπακότερμα ο γάτος και την έδιωχνε πριν χωθεί ο επιθετικός.

  2. - Πού είναι η μάνα σου;
    - Έχει βγει για ουζά.
    - Μπράβο η κυρά Μαρία.
    - Ε, δουλεύει σα σκυλί όλη βδομάδα, μετά μας μαγειρεύει, μας πλένει, μας συγυρίζει, έχει και τον πατέρα μου να τα θέλει όλα στο πιάτο. Το αξίζει.
    - Μπακότερμα η κυρά Μαρία δηλαδή.

  3. - Τί μαλάκας είν' αυτός ρε.
    - Την έχει δει μπακότερμα ο δικός σου. Χώνει τη μύτη του παντού. Χτες δεν άντεξα και του 'πα ρε Σπύρο, δεν είναι δουλειά σου αυτό, γιατί μπλέκεσαι και τα κάνεις και χειρότερα;
    - Και τί σου πε;
    - Τί να πει μωρέ ο απάλευτος. Έφυγε και καλά εκνευρισμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified