Ό,τι και ο λάκης, στο θηλυκό γένος όμως. Αφορά κυρίως χαρακτηρισμο γυναικών κατώτερης διανοητικότητας, απλοϊκές, ψευτοκυράδες και τα συναφή.

  1. Τί θέλει πάλι αυτή η λούλα;

  2. Κυκλοφορεί μια λούλα, άλλο πράμα, ό τζες.

  3. Τι θες ρε λούλα;

  4. Τόπε πάλι η λούλα!

  5. Να, η λούλα κι ο λάκης της.

(από GATZMAN, 06/06/12)ΛΟΥΛΑ (από perketis, 06/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified