Κυριολεκτικά (βλ. παρ.1): βάζω λεμόνι σε κάποιο έδεσμα, κυρίως στην προπαρασκευή του (απλή επάλειψη ή μαρινάρισμα). Το λεμόνι, εκτός από αρωματικό, είναι και αντισηπτικό.

Μεταφορικά (βλ. υπόλοιπα παραδείγματα): γυροφέρνω ένα θέμα, το φέρνω με τρόπο, το καθυστερώ (όπως λέμε το λιβανίζω), το τραβάω κλπ.

Θα έλεγα κυρίως: το παραποιώ -με την έννοια του «ωραιοποιώ», καθότι το λεμόνι με το άρωμά του διώχνει μυρωδιές και αρώματα που δεν μας είναι ευχάριστα (πχ. την κρεατίλα ή την κοτοπουλίλα).

Υπάρχει και αντίστοιχα το πορτοκαλίζω, το οποίο καμία σχέση δεν έχει με το γνωστό πια και το οποίο έχω συναντήσει μόνο στον Αλεξάνδρου, με την ίδια σημασία με το λεμονίζω, βλ. παρ. 4.

Disclaimer: τη λέξη δεν βρήκα σε κανένα από τα λεξικά που διαθέτω, ωσεκτουτού η ερμηνεία (κυρίως η μεταφορική) είναι εντελώς τελείως δική μου.

  1. Πλένετε και καθαρίζετε τα ψάρια (μπορείτε να βάλετε γαύρο ή μπακαλιάρο ή γαλέο κλπ). Τα αλατίζετε και τα λεμονίζετε. Τα τοποθετείτε σε ταψί και από πάνω βάζετε τα κρεμμύδια κομμένα σε ροδέλες, το σκορδο και το μαϊντανό ψιλοκομμένα και καλύπτετε με τα ντοματάκια.

  2. Για να μην λεμονιζω το θεμα ουτε ο Μπαγιεβιτς (που δεν τον γουσταρω μια) ετρωγε 4 στο γηπεδο του.

  3. Με την Κέρκυρα παίζουμε. Λεμονίζεις επικίνδυνα.

(όλα τα παραπάνω από το νέτι).

  1. Κι έρχεται, που λες, η λεγάμενη το πρωί, νωρίς τα χαράματα, ντυμένη στο λούσο. «Τι μού 'ρθες», της λέω, «και μου λεμονίζεις, τι μού 'ρθες», της λέω και μου πορτοκαλίζεις; Φ. Ντοστογιέβσκι, «Έγκλημα και Τιμωρία», μτφ. Άρης Αλεξάνδρου (ναι, πάλι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

χμ... το λήμμα πρέπει να ανασκευασθεί ή να αποσυρθεί, αν έχει δίκιο ο Σάραντ που μου είπε τα ότι «το παράδειγμα του Αλεξάνδρου μπορεί να είναι μετάφραση ενός ρώσικου ιδιωματισμού (πρέπει να δούμε τι λέει το πρωτότυπο), όσο για τις άλλες ανευρέσεις (εξαιρώ τις κυριολεκτικές) φοβάμαι ότι σημαίνουν ''φέρομαι όπως ο Λεμονής'' (ο προπονητής, δηλ. παρατάσσω την ομάδα με αμυντικό πνεύμα).»

το αφήνω ως έχει μέχρι να ψάξω με την ησυχία μου -και δεν θα γίνει γρήγορα αυτούνο.

αατα... τελικά πορτοκάλισα φουλ.

#2
vikar

Άμα είναι να σου ψαλιδίζει έτσι τα φτερά συνέχεια, εγώ λέω να μήν ξανασυμβουλευτείς τον κυρ-Σαράντ... Ορίστε μας.

#3
iron

Λοιπόν, στα ρούσικα τα ρήματα лимонничать (λιμονιτσάτς = «λεμονίζω», από το лимон (λιμόν) = λεμόνι) και апельсинничать (απελσινιτσάτς = «πορτοκαλίζω» από το апельсин (απελσίν) = πορτοκάλι) σημαίνουν:

κάνω σε κπ γλύκες / χαριτωμενιές / κωλοτρίβομαι / κουνιέμαι / τρίβομαι στη γκλίτσα του τσοπάνη, που θα λέγαμε και μεις.

Μία παραπομπή όλη κι όλη βρήκα, κι ήταν πάλι από Ντοστογιέβσκι. Πιθανόν λοιπόν να πρόκειται για δική του έκφραση, αλλά δεν το ξέρω με σιγουριά.

Τώρα για το ελληνικό: δεν ξέρω αν λέγεται σε κανα μέρος της Ελλάδας το λεμονίζω και το πορτοκαλίζω με τις έννοιες αυτές. Αν όχι, πρόκειται περί μεταφραστικής πρωτοβουλίας και νεολογισμού του Αλεξάνδρου. Αν ναι, μένει να το βρούμε.

Πάντως τα παραδείγματα από το νέτι μάλλον παραπέμπουν στον Λεμονή (ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού παλιότερα, προπονητής τώρα), όπως με πληροφόρησε ο σάραντ.

#4
iron

το απόσπασμα από το Έγκλημα και Τίμωρία:
И что ты, говорю, передо мной лимонничаешь, чего ты передо мной, говорю, апельсинничаешь;

#5
Vrastaman

Δράττομαι της ευκαιρίας να προσφέρω στον Γούγλη την πρώτη (και ίσως τελευταία) αναφορά στο λήμμαν λεϊμουνίζω.

#6
iron

;;;