Έχω κάτι ή κάποιον χεσμένο.
Από το καλιαρντό κουλό (σκατό).
Κουλάρω την παρουσία σου!
(σε έχω χεσμένο, αδιαφορώ).
Έχω κάτι ή κάποιον χεσμένο.
Από το καλιαρντό κουλό (σκατό).
Κουλάρω την παρουσία σου!
(σε έχω χεσμένο, αδιαφορώ).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
0 comments