Από το UFO (ελληνιστί: ΑΤΙΑ). Ο βλάκας λόγω αφηρημάδας, τόσο που λες πως δεν ανήκει στον γήινο και ανθρώπινο κόσμο.
Πληθ.: ούφα. Υπερθετικός: ουφάρα, ουφάκλα.
Είσαι μεγάλη ουφάρα! Πότε θα πάψεις να χαιρετάς αγνώστους στον δρόμο νομίζοντας ότι είναι γνωστοί;...
4 comments
Cunning Linguist
Ωραίο και το θηλυκό η ουφίτα!
Vrastaman
Ο επιστημονικός προσδιορισμός είναι ιπτάμενη δισκοπάθεια.
HODJAS
flying saucer aunt...
patsis
Μην είστε σκληροί με τα ούφο, σύντροφοι είναι κι αυτοί, δεν είναι ζώα...