Εκ του θέματος κόπρ(ο)- και της παραγωγικής κατάληξης -άρω (βλέπε και browsάρω, τσεκάρω, ρετάρω).

Το ρήμα που περιγράφει την περιήγηση στην ζωή δίκην άεργου κυνός.

Συνώνυμα: αράζω, τεμπελιάζω, τεμπελχανιάζω, χαζεύω, μαλακίζομαι.

- Πού 'σαι, ρε μαν; Θα κάνουμε τίποτες την Παρασκευή το βράδυ;
- Ρε Κώτσο, πότε θα στρώσεις την κωλάθρα σου να διαβάσεις; Πάλι θα κοπράρουμε;
- [...]
- Πάμε κάναν Ερυθρό Λέοντα για καμιά μπυρωίνη;
- Μέσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Vrastaman

Ερυθρό Λέοντα - τείπες τώρα ρε φίλε, πήγαινα στο λύκειο κι έχουν περάσει κάτι δεκαετίες.