Συνώνυμο του τρελέα, ο συμπαθητικός και μάλλον άκακος «τρελός», αυτός που κάνει παλαβομάρες χωρίς βασικά να πειράζει κανέναν, ο παλαβιάρης. Ακούγεται και πιο απλά, σαν φιλική προσφώνηση, χωρίς να εννοείται καμιά ιδιαίτερη τρέλα δηλαδή.
Γράφεται και «τρελλιάρης».
0 comments