Στα μεσσηνιακά ως μπιντόνα (θηλυκό) εννοούμε τον ντενεκέ, το δοχείο στο οποίο αποθηκεύουμε προϊόντα όπως λάδι, ελιές κ.α. Επίσης παλιές μπιντόνες χρησιμοποιούνται ενίοτε από οικοδόμους για μεταφορά λάσπης, νερού και για άλλες χαμαλοδουλειές.

Μεταφορικά, μπιντόνας (αρσενικό) χαρακτηρίζεται ο χαζός, ο βλάκας.

  1. - Ο μπαρμπακώστας από τα Φουρτζοκρέμμυδα θέλει να στείλει 20 μπιντόνες λάδι για τα παιδιά του στην Αθήνα. Πόσα να του πάρω;
    - Είναι καλός άνθρωπος ο μπαρμπακωστας, πάρτου ενα 50αρι κει χάμου μωρέ, καλά είναι.

  2. - Γαβρίλο, πήγαινε μεχρι την πομόνα, πρόσεξε το λουρί που γυρνάει, πίσω από την πόρτα, κοίτα πρώτα μην έχει λουμώξει κανα φίδι, έχω δυο μπιντόνες. Φέρτες να τις γεμίσουμε νερό, να πάμε να ποτίσουμε τις κολοκυθιές, γιατί θα ξεραθούν οι κακομοίρες.

  3. Ρε τι μπιντόνας είναι αυτός; ΕναΝ καφέ σου ειπαμε να φτιάξεις, και τον έκανες νερόπλυμα κι αυτόν. Σάμπως δε κάνεις για τίποτα μου φαίνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
ΜΑΡΙΑ ΒΟΥΚΕΛΑΤΟΥ

ή αλλιώς μπετόνι σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως στα νησιά του Ιονίου.

#2
iron

και μπιντόνι, νομίζω.

δεν βάζεις και κανα παραδειγματάκι για τον βλάκα; στείλτο με Αναφορά και θα το χώσουμε.

επίσης αυτά τα λουμώξει και πομόνα, τί σημαίνουν ακριβώς; μήπως να μπουν κι αυτά ή θα με βρίσκουν οι λοιποί σύσλανγκοι για την φολκλόρ πρότασή μου;

#3
PUNKELISD

Γενικά πιστεύω: «τ» αντί για «ντ» (μπιτόνα κλπ) και την έννοια του «βλάκας» πιο πολύ ως σλάνκγκ.

#4
georgekalamatas

Λουμώνω σημαινει κρύβομαι. Πομόνα ειναι η κατασκευή με την οποια αντλουμε νερο απο το υπεδαφος για τις καλλιεργειες. Ισως τα βαλω στο μελλον κι αυτά...

3ο παράδειγμα: «Ρε τι μπιντόνας είναι αυτός; Ενα καφέ σου ειπαμε να φτιάξεις, και τον έκανες νερόπλυμα κι αυτόν. Σάμπως δε κάνεις για τίποτα μου φαίνεται»

#5
iron

οκ, περφέτο το παράδειγμα. Τα λουμώνω και πομόνα εγώ θα έλεγα να τα βάλεις, όποτε. στη χειρότερη να μας κράξουν και τους δύο!