Ο άπλυτος, συνήθως απεχθής άνθρωπος, που τις περισσότερες φορές τυχαίνει να είναι και παχύσαρκος και άσχημος...

- Ρε συ, πώς είναι έτσι αυτός...
- Ναι ρε! Ο Αλέξανδρος είναι ντόντος, βρωμάει από χιλιόμετρα μακριά.

Ντόντος ο εξαφανισθείς (από σφυρίζων, 09/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
leonpanos

ντόντος , απο ελληνική ταινία χαιδευτικό από το αίσθημα για παντρεμένο κύριο , «ντόντο μου»

#2
Μητσάκος

Από ότι ξέρω,το ''Ντόντος'' είναι υποκοριστικό τού ''Αντώνης''.

#3
Galadriel

...και του Γιώργος άμα είναι από Παρίσι με λολοπαίγνιο μετρό μπουλό ντοντό.

#4
toketog

Στην Καρδίτσα έτσι το χρησιμοποιούμε...