Το «είπα» ακολουθεί [μπινελίκια]. Απαντάται και στον πληθυντικό ως λέμε (σπάσε, λέμε). Γραμματικά είναι ρήμα, αλλά παίρνει τη θέση άναρθρου επιφωνήματος. Απαντάται πολύ σε σκοτεινούς σταθμούς μετρό (Παράδειγμα 1), γραφεία των Χρυσών Αυγών καθώς και σπανιότερα ως μια όχι και τόσο ευγενική υπενθύμιση (Παράδειγμα 3). Σε παραπέμπει λίγο στους ινδιάνους που γνωρίσαμε μέσα από τα επιμορφωτικά αναγνώσματα του Στέλιου Ανεμοδούρα (Παράδειγμα 4) και τους «ιθαγενείς της Βορείου Αμερικής» όπως απεικονίζονται ρατσιστικά και καθόλου στερεοτυπικά στις ιστορίες ενός φτωχού και μόνου καουμπόυ (Παράδειγμα 5)...

  1. - Ρεεεεεεεε! Τι κάνετε εκεί-γαμώ-την-7 σας;
    - Στα πατάμε μωρή πουτάνα! Χούλιγκαν των σπρεί! Κούνελε! Φύγε μη σε χαρακώσω! Γαμώ τη μάνα σου τη ξεκωλιάρα! Πούλο, είπα!

  2. - Ηλία έχεις δει το δονητάρι μου; Το χα αφήσει πάνω στην εφημερίδα με τη φάτσα του φυρερ...
    - Λοσπου είπα! Σε μισή ώρα μιλάω ανατροπή ρε μαλάκα Παναγιώταρε...

  3. - Άμστελ για Χάινεκεν είπες;
    - Άμστελ, είπα.

  4. - Θλιμμένε Μπούφε τι σκατά πίνεις;
    - Νερό της φωτιάς είπα.

  5. - Ουγκ.
    - Είπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified