Χρησιμοποιείται όπως στο «δρόμο για» / «κατευθείαν στο».

  1. Βουρ για τη παραλία / για τον τελικό.
  2. Βουρ στο φούρνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
protnet

και βουρ στον πατσά = όρμα με το κεφάλι

#2
MXΣ

εκ του τουρκικού vur=χτύπα, προστακτική του ρήματος vurmak