Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Γάμια: η ύπουλη πουστάρα, η πουτάνα, όταν κάποιος είναι πονηρός με ερμαφροδιτήσιο ύφος και τρόπο..

Όταν κοροϊδεύει κάποιος και σου σπάει τα αρχίδια, γιατί είναι μες τη κακία την αδελφίστικη.

-Σκάσε μωρή γάμια, βούλωσ' το το μπουρδελάκι σου!

Βλ. και κακός πούστης. Σχετικό: λάμια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Η λάμια που γαμιέται ένα πράμα;