Από τον πατέρα μου, ήξερα τον όρο «χεσαμόλη, η» που, κυριολεκτικά, σήμαινε ένα αχταρμά από διάφορες ποικιλίες και ποιότητες σκατών, με διάφορες χρήσεις. Από το «χέσαμ(ε) όλοι».

Παρόμοια και «η χυσαμόλη», αλλά τότε η οικιακή σλανγκ ήταν πιο πολύ κοπρική παρά σεξουαλική.

Περιγραφή συνταγής
- Βάλαμε κόλιανδρο, μαιντανό, πιπέρι καγιέν, μπαχάρι, ...
- Βάλε και χεσαμόλη από πάνω.

Στη γυναίκα ή στον ταβερνιάρη
- Φέρε και λίγη χεσαμόλη να πιώ τό ούζο μου. (ενν. ταραμοσαλάτα ή άλλη αλοιφή)

- Πονάνε τα κόκκαλά μου
- Τρίψου με χεσαμόλη να σου περάσουν...

κλπ κλπ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

Υπήρχε ένας παίχτης του Άρη και κατόπιν της Βέροιας, ονόματι Δημήτρης Σαμόλης.

#2
xalikoutis

Σαμόλης είναι διαδεδομένο επίθετο στα Ανώγεια στην Κρήτη. Από το Σαμουήλης; Αστείο όταν το μικρό του αρχίζει από Χ.Σαμόλης, ειδικά αν είναι ποιητής όπως ο Κάπα Πι Καβάφης.