- Πεοθηλασμός με φιλοπαίγμονα διάθεσιν.

- Πεοθηλασμός διεξαγόμενος μεταξύ ανωρίμων.

Μαιρούλα μπήκε η άνοιξη. Πάμε στην εξοχή να μαζέψουμε λουλούδια και για καμιά τσιμπουκολελέτα, άμα λάχει.

Πήγα να τους δω που παίζαν στο υπόγειο και το 'χαν ρίξει στη τσιμπουκολελέτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
donmhtsos

«Πριν αλέκτωρ φωνήσει»...συλλαμβάνω εαυτόν διαπράττοντα σλανγκοτσαπατσουλιά.

Προς συντακτική ομάδα:

Πώς μπορεί να προστεθεί το «ι» που απέδρασε από την «τσιμπουκολελέτα» και μάλιστα στην επικεφαλίδα του ορισμού;

Sorry guys

#2
vikar

Κλικάρεις στην ταμπέλα «Αναφορά» κάτω απ' τον ορισμό, και ενημερώνεις τους συντονιστές για ν' αναλάβουν.

#3
donmhtsos

Ευχαριστώ πολύ vik ar.