Σύνθετη λέξη, από την αγγλική λέξη slang και την τουρκική çapaçul (ακατάστατος, κακοντυμένος):
ο προκαλών ακαταστασίαν εις τον σλανγκότοπον.
Σε παρακαλώ, γράφε σωστά και με τάξη. Μην είσαι σλανγκπατσούλης!
Got a better definition? Add it!
Published 2015-03-19 14:34:32+00:00 Last modified 2016-02-13 21:30:08+00:00
Galadriel
2015-03-23 12:12:33+00:00
Επίσης κι ο πατσούλης του σλανγκ, να τα λέμε κι αυτά.
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
1 comment
Galadriel
Επίσης κι ο πατσούλης του σλανγκ, να τα λέμε κι αυτά.