Ο πρωκτός, η κωλοτρυπίδα, η σούφρα.

- Δίνει ροδέλα; (δηλαδή: κάνει πρωκτικό έρωτα;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
slangprof

Επίσης: Κάνω ροδέλα= Κάνω γλειφοκώλι