Ο πρωκτός, η κωλοτρυπίδα, η σούφρα.
- Δίνει ροδέλα; (δηλαδή: κάνει πρωκτικό έρωτα;)
Got a better definition? Add it!
Published 2008-02-12 00:36:17+00:00 Last modified 2015-04-15 12:50:57+00:00
slangprof
2008-11-29 11:54:47+00:00
Επίσης: Κάνω ροδέλα= Κάνω γλειφοκώλι
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
1 comment
slangprof
Επίσης: Κάνω ροδέλα= Κάνω γλειφοκώλι