Ο τύπος που ό,τι κι αν κάνει ή πει σε κριντζάρει (εκ του αγγλικού cringe).

- Ρε άκουσες τι μαλακία είπε ο Αλέξης στην τύπισσα;
- Ε τι περίμενες απ' τον κριντζαριστό μωρέ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
vikar

Πιό σημαντικό εδώ βρίσκω το κριντζάρω. Αν όντως λέγεται, ενδιαφέρουσα φάση, γιατι για το cringe δέν ξέρω να υπάρχει ένα προς ένα απόδοση.

#2
TheObserver

Κατά το φουνταριστός;