Λαϊκή, χιουμοριστική ή παιδική ονομασία του γυναικείου γεννητικού οργάνου.

Της ψιθύρισε στ’ αυτί κάτι για το λιλίκι της κι εκείνη γέλασε ντροπαλά.

Got a better definition? Add it!

Published