Πίνω πολύ νερό.
- Μαλάκα, μετά τα σαλάμια κι εκείνα τ'αλμυρά που είχα ντερλικώσει ήπια 5 λίτρα νερό, γκαγκάνιασα σου λέω....
Πίνω πολύ νερό.
- Μαλάκα, μετά τα σαλάμια κι εκείνα τ'αλμυρά που είχα ντερλικώσει ήπια 5 λίτρα νερό, γκαγκάνιασα σου λέω....
Got a better definition? Add it!
3 comments
Galadriel
Γκαγκανιάζω είναι το σημείο που βρίσκομαι ακριβώς πριν πιω όλο το Βόσπορο: όταν έχω στεγνώσει εντελώς και η ανάγκη μου για νερό είναι ανυπέρβλητη, τεράστια και διαγαλαξιακή.
earendil_ath
Το σχόλιο της Galadriel έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον ορισμό. Εγώ συμφωνώ με την Galadriel, δηλαδή γκαγκανιάζω σημαίνει διψάω πολύ
vikar
Ε ναί, έχει δίκιο η Γκαλά. Γκαγκανιάζω κι' εγώ το ξέρω «στεγνώνω, κορακιάζω».