Αυτός που γαμάει ό,τι βρει μπροστά του, ακόμα και αυτούς ή αυτές που δεν βλέπονται.

- Ρε αυτός πήγε με το μπάζο την Μαρία.
- Καλά, δεν ξέρεις τι σαβουρογάμης που είναι;

Και σαβουρομπήχτης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
deinosavros

Δλδ σκουπηδιάρης ;

#2
Khan