Αυτός που δεν δουλεύει και περιμένει τα έτοιμα, τζαμπατζής.
Η καημενούλα έκανε γαμπρό αυτόν το σελέμη. Και είχε άλλα όνειρα για την κόρη της.
Got a better definition? Add it!
Published 2008-02-29 22:21:05+00:00 Last modified 2008-03-08 14:48:30+00:00
Επισκέπτης
2010-01-13 14:47:44+00:00
Αναφορά:αυτός που ζει σε βάρος των άλλων, ακαμάτης, αχαΐρευτος, το παράσιτο που ζει με δαπάνες άλλων.
Σελεμώ / -ίζω: οικειοποιούμαι κάτι όχι δικό μου. [τουρκ. selem = προπληρωμή].
νεοχρης
2012-05-04 00:53:34+00:00
σελεμης, λιγουρης, πειναλας... Ενα και το αυτο!
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
2 comments
Επισκέπτης
Αναφορά:αυτός που ζει σε βάρος των άλλων, ακαμάτης, αχαΐρευτος, το παράσιτο που ζει με δαπάνες άλλων.
Σελεμώ / -ίζω: οικειοποιούμαι κάτι όχι δικό μου. [τουρκ. selem = προπληρωμή].
νεοχρης
σελεμης, λιγουρης, πειναλας... Ενα και το αυτο!