Γλυκαίνομαι χαζεύοντας κάποιον / κάτι.

  1. Το ζαχαρώνω αυτό το Volvo καιρό τώρα.

  2. (τραβεστί, τραγούδι, άσημος)
    - Πάψε να με ζαχαρώνεις, δεν μου κάνεις γι' αδερφή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified