Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Από το γαλλικό complet. Σημαίνει ολοκληρωμένος. Χρησιμοποιείται για καταστάσεις ή πράγματα που δεν παίρνουν άλλο, που είναι πλέον τίγκα.

Πιάσε και μια σαλάτα και είμαστε κομπλέ.

βλ. και κομπλέντερ, κομπλεδόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Hank

σουβλάκι κομπλέ

#2
Vrastaman

Πρόκειται και για περιγραφή πακέτου υπηρεσιών σε μπουρδέλο.

#3
jesus

εκτός από κρέας κομμένο κομμάτια, τι άλλο έχει το σουβλάκι κομπλέ;;
(για το ηλίθιο της κουβέντας κ μόνον)

#4
Fotis Nitsiopoulos

πατάτα-ντομάτα-κρεμμύδι-κέτσα-μουστάρδα.Αυτό είναι κομπλέ και μετά βάζεις και την αλοιφή σου αν θέλεις

#5
Galadriel

Έχουμε και σε κομπλέντερ (αγαπημένο μου λήμμα - στα τέτοια σας), σε κομπλεδούρα / κομπλεδάν / κομπλεντάν και σε κομπλίκι.

#6
jesus

καλτ κ κλασσική χρήση είναι σε μπουζούκια-σκυλάδικα-πανηγύρια:
- φιάλη σπέσιαλ κομπλέ (ή «με τα παρελκόμενα»), 100€

#7
jesus

@ μες: αγαπημένο προσωπικό το «πορτογαλοφανές» κομπλέου.