Παράπονα, διαμαρτυρίες, γκρίνιες. Λέξη που χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, συνήθως από γονείς προς/για μικρά παιδιά. Πιθανόν είναι ηχομιμητική επιφωνημάτων διαμαρτυρίας.
Εκφράσεις: κάνω μουτσουτσούνια, άσε τα μουτσουτσούνια!
- Φάε Κωστάκη το φαγητό σου...
- Δεν μου αρέσει!
- Αυτό έχουμε, αυτό θα φας. Άσε τα μουτσουτσούνια!- Τι έχει γυναίκα το παιδί; Δεν είναι καλά; - Μπα, απλώς δεν θέλει να πάει σχολείο και κάνει μουτσουτσούνια...
4 comments
betatzis
Yπαρκτή και παμπάλαια λέξη. Από τα κρυμμένα διαμάντια του ιστότοπου. Την βρίσκουμε σε ποίημα του Ηρακλειώτη ποιητή, φυλακόβιου, δικηγόρου, κουμαριτζή, γυναικά Στέφανου Σαχλίκη (τέλη 15ου αιώνα, σύμφωνα με τον Στέλιο Αλεξίου). Το ποίημα αναφέρεται στις πολιτικές (=πόρνες) και δίνει συμβουλές στους νέους για το πώς να τις αντιμετωπίζουν για να μην πάθουν ό,τι έπαθε αυτός (βέβαια πρώτα καλοπέρασε και μετά το ριξε στο κήρυγμα). Για τον Σαχλίκη στοιχεία βρίσκει όποιος θέλει στην Βικυπαίδια και στην Ανέμη.
Α, ναι, η λέξη : "Η πολιτική του καύχου της του κάμνει μουτσουτσούνια". Μιλάμε για τέλη 15ου αιώνα, μπορεί και πιο παλιά. Συνώνυμη στο ίδιο ποίημα παραπάνω πρέπει να είναι η λέξη τζένια, με την έννοια "μούτρα".
Εύγε Κάνιγκ Λίνγκουιστ.
σφυρίζων
Βλ. κι εδώ.
donmhtsos
Πολύ ενδιαφέροντα σχόλια και παραπομπές. Μέχρι τώρα πίστευα (όπως οι περισσότεροι νομίζω) πως η λέξη είναι πρόσφατη. Πολύ ενδιαφέρουσα επίσης και η περίπτωση του ποιητή Στέφανου Σαχλίκη (προσωπικώς τον αγνοούσα): ζούμε τη ζωή όπως γουστάρουμε και στο τέλος τραβάμε μια μετάνοια κι όλα ωραία και καλά. Τέλος κάτι για τη συνέχεια της γλώσσας: Πριν εξακόσια και βάλε χρόνια (αν θυμάμαι καλά ο όρος υπάρχει και στο Βυζάντιο) η πόρνη λεγόταν πολιτική. Σήμερα η πολιτική έχει γίνει πόρνη.
σφυρίζων
Σωραίος, Δων!