(Από το ιταλικό rifare [=αντισταθμίζω ζημιές]): Ξανακερδίζω ό,τι έχασα, σε τυχερό παιχνίδι ή σε επιχείρηση. Μεταφορικά σημαίνει ότι έρχομαι στα ίσα μου, ότι γίνομαι πάτσι, ότι ανταποδίδω μια χάρη ή εκπληρώνω μια υποχρέωση.
- Η Βραζιλία τώρα θέλει να νικήσει για να ρεφάρει την ταπεινωτική ήττα απ’ την Αργεντινή.
- Τι γίνεται ρε μαλάκα; Έχουμε κανέναν μήνα να συναντηθούμε, έτσι την πουλάς την παρέα;
- Τι λες ρε, απλώς έχω κάτι δουλειές και έχω γαμηθεί στο τρέξιμο! Θα ρεφάρω από βδομάδα που θα είμαι πιο χαλαρός... Ετοίμασε τις μπύρες!
3 comments
poniroskylo
Ένα παράδειγμα ακόμη, αν μου επιτρέπεται, από το κλασικό ρεμπέτικο 'Θα σου φύγω με καιρό' - (στίχοι: Γ.Γιαννακόπουλος, μουσική: Γ.Μητσάκης)
Θα τ' αλλάξω το βιολί
θα ρεφάρω κι όπως πριν θα 'μαι στην πένα
θα τ' αλλάξω το βιολί και θα ντρέπομαι πολύ
να πονώ για μια γυναίκα σαν κι εσένα
tractioner
έπαιζε συχνα σαν έκφραση την δεκαετία το 80 στις ελληνικές ταινίες με Σταμάτη Γαρδέλη κ Πάνο μιχαλόπουλο!
Ο ΑΛΛΟΣ
Κυριολεκτικά χρησιμοποιείται μόνο στον τζόγο. Αν το πούμε με την έννοια «Ξανακερδίζω ό,τι έχασα σε επιχείρηση» έχουμε ήδη περάσει στη μεταφορική / σλαγκική χρήση.