Το αρωμάτισμα του σώματος με αποσμητικό ή / και με άρωμα, προκειμένου να αποφευχθεί (λόγω στάσης ζωής, βαρεμάρας ή έλλειψης χρόνου) το πραγματικό ντους με νεράκι και σαπουνάκι.

Λέγεται και σκέτο γαλλικό.

Προέρχεται από την ιστορικά γνωστή απλυσιά των Γάλλων οι οποίοι, το πάλαι ποτέ (περίπου 400 χρόνια πριν θα πρέπει να ήταν), εφηύραν τα αρώματα για να σκεπάσουν τη μπόχα της απλυσιάς τους. Πρέπει να ήταν πολύ ωραία τότε. Ίσως και τώρα ακόμα.

- Άντε, πάμε!
- ...Πότε πρόλαβες κιόλας και έκανες ντους;
- Σιγά μην πλυθώ... Ένα γαλλικό έκανα και πολύ είναι.
- ...

Βλ. και ξεβρωμίστρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
ΛυσίζωνΛαισποδίας

Η αληθεια είναι οτι οι Γάλλοι, τουλαχιστον το παλλοθι, ενδέχεται να υπηρξαν οι απόλυτοι πρωταθλητές μπιχλαπλυσιάς.
Ενδεικτικο ειναι οτι οι Βερσαλιες, ολόκληρο παλατι πιστευτης χλιδής και πολυτελειας, με 300 και βαλε δωματια, δεν διαθέτουν ουτε μια τουαλετα. με καθηκια τη βγαζανε οι αριστοκρατες.
Και καθε πρωί, οι σκλαβοι αδειάζανε τα καθηκια σε μεγαλα βαρέλια του κρασιου, τα φορτωνανε στα καρα και πηγαιναν και τα αμολαγανε φρεσκα στο Σηκουάνα...και λιγο παρακατω πλενα οι φτωχοι τα ρουχα τους, πλενονοντουσαν ή γεμιζανε νεροκανατες για το σπιτι...
Το Eau de toilette δε σας λεει κατι;

#2
Επισκέπτης

Λέγεται και ντους του αεροπλάνου