Θέλω πολύ. Πάρα πολύ όμως. Θέλω τόσο πολύ που, ή τα 'χω χαμένα και μ' έχω μπερδέψει με κοράκι ή απλά νιώθω εκείνη την αρχέγονη λαχτάρα για το αντικείμενο του πόθου μου που θυμίζει αυτή που νιώθουν (λέμε τώρα) τα κοράκια όταν γυρίζουν πάνω από το μελλοντικό τους γεύμα. Η χρήση της έκφρασης βέβαια δεν περιορίζεται μόνο σε θέματα γαστριμαργικής απόλαυσης, αλλά έχει εφαρμογή σε μία ευρύτατη γκάμα πόθων (βλ. παραδείγματα).

  1. - Αν τον παρακαλέσουμε τον Βρασίδα λες να έρθει;
    - Τι να τον παρακαλέσουμε ρε; Πας καλά; Κρα κάνει να έρθει. Αφού είναι της προσκολλήσεως, το ξέρεις.

  2. ... και με είχε στο μπούρου-μπούρου για τρία τέταρτα, όχι έχει γρατζουνιές, όχι να δω και το βιβλίο του σέρβις, όχι τα λάστιχα θέλουν αλλαγή, όχι το ένα, όχι το άλλο... Μ' έπρηξε ο καριόλης και αυτό που με τρελλαίνει είναι ότι ο κολλητός του ο Μίλτος μου είπε ότι κάνει κρα να το πάρει τ' αμάξι ο τσίπης.

  3. - ωχ τα πόδια, αστα κεί, κωλεοί!
    - Α να χαθείς κρύε!
    - Ρε φτυσ' τα μπούτια σου που δε σ' αρέσει κιόλας. Αφού κάνεις κρα για πούτσο!

γραφική παράσταση πόθων φωτο από λυκαβηττό (από xalikoutis, 29/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Vrastaman

Εκτός από κρα κάνει και κούκου!

#2
klanidi

αχ κάνω κρα για λίγη δροσιά αυτές τις μέρες...

#3
HODJAS

Προέρχεται απο το λατινικόν cras, που σημαίνει την επαύριον. Π.χ. procrastinatio = αναβλητικότης, carpe diem cras κτλ.

Παρα-fromage ο Λέων ο Β΄ ο Αρσενοκοίτης στο σύγκαυμά του Pluralia Testis (τέλι δεκαετηρίδος 904 μ.Χ., σελ. 356, στιχ. ικ΄), οτι οι άρρενες Ζυβαντινοί έλεγον πράοι «κάμνω cras», το οποίον proof-έρετο ως κρα προϊούσης της ελεύσεως των Νορμαλδρών το 1185 μ.Χ. εις Τεσσαρονύφην, όταν ήθελον να επηδήξωσιν εις τας ραδιοκορασίδας οτι διέθετον auto/moto-πειθαρχίαν οδηγούντες το χάρμα των χωρίς να τιμόνει (εκρού και η σημερνή έκφρασις «κάνω κράτει» (< κάμνω κρα τι), δηλ. δύναμαι να αναμείνω την ε-Pele-βζινν τινός γεγο-south μέχρις αύριον-ανταύριον, έχω unto-χήν, hippo-Μονήν, καρτερίαν, απέχω ελ-logos του στιγμιαίου κολλήματος = είμαι παπαδευμένος, βλ. αγγλιστί deferment).

Όταν όμως εισέλαβαν τα στήθη των Otto man on εν Ελάτη, αυτή η αρετούσα των Ζιζαντινών προσκόπων emo-ν απωλελέσθη γαρούφαλλο ανεπιστρεφτί, ομού μπετά πολλών ετέρων και ούτω Κατέλης ζεν, να σημαίνη ακριβώς το αντίφετον, δηλ. κάνω κρά = δεν ημπορώ να αναμμένο, επιθυμώ αδειρίτως αυτό το κάτι που θέλω αιδώ και Χόρα, δεν έχω και χαρμάνιασα και κάηκε η Άρτα κλπ και τούτο καταδεικ-knee τον παραγιαδισμόν ημών αλιευθέντων ως προσφάτως υπο των Ωξεινδεντάλλων, καφώς και την Ισημερινήν ακιλίμωτον και απιττάρχητον κατάστασιν εις in έφερεν το Γένος η αμάλθεια, υπό την τετρακοCIAετήν μπόταν του ξενικού ζυγού.

#4
patsis

Να ανακαλέσεις το αντίφετον!