Το μπουκάλι εμφιαλωμένου νερού με ειδικό στόμιο ασφαλείας α λα παγουράκι, ώστε ο πίνων να μπορεί να πιει χωρίς να χρειάζεται (α) να απασχολήσει 2 χέρια και (β) να βγάλει κάποιο πώμα. Δουλεύει διά της πιέσεως στο σώμα του μπουκαλιού ώστε το νερό να εκσφενδονίζεται στο διψασμένο λάρυγγα του διψούντος υπό πίεση, ενισχύεται δε διά του ρουφοπιπιλίσματος (ψευδοτσίμπουκο) του στομίου.

- Νώντα, πιάσε 2 Μάλμπορο, 1 σοκοφρέτα και τα Σπορ του Βορρά. Α, και μία πιπίλα γιατί έχω σκάσει απ' τη ζέστη, το φελέκι μου μέσα...
- Έφτασεεεεϊ!

OK, μάλλον σκεφτόμουν κάτι άλλο, sue me... (από acg, 06/07/12)Δείγμα του περι ου ο λογος (από acg, 06/07/12)Close up της χρησιμοποιουμενης τεχνολογιας λεμετε (από acg, 06/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοκίνητο ανήκον σε καγκούρι, το οποίο έχει επενδύσει τρελά σε χαρκορίλα στέρεο 2.5 εκτομμυρίων βαττ τουλάστιχον και εννοεί να κινείται εντός του αστικού ιστού εκπέμποντας ηχητική ρύπανση σε ένταση που σου ματώνουν τ' αυτιά ένα πράγμα και νιώθεις το μπάσο να σου ανοιγοκλείνει την κωλ..., να σου δονεί τα σωθικά ρε παιδί μου.

Η έκφραση είναι Ξεσσαλονίκη 80's, άντε έρλυ 90's και αναφέρεται στο γνωστό και πολύ δημοφιλές κλαμπ της εποχής Μπουντρούμ, το οποίο στεγάζετο στον χώρο των πρώην Εκπαιδευτηρίων Δημητριάδη, απέναντι από το σημερινό ΙΚΕΑ. Το εν λόγω κλαμπ το λαλούσε το πράμα δυνατά και γενικώς ενοχλούσε ΠΟΛΥ, σίγουρα μέχρι το Φοίνικα, μη σου πω και αρχές Βότση και Καλαμαριάς άμα φυσούσε. Ωσεκτουτού έγινε συνώνυμο της πολύ υψηλής έντασης και έτσι χρησιμοποιήθηκε από τους Ξεσσαλλλονικιούς για τα καγκουράμαξα που περιέγραψα παραπάνω.

Παρακαλούνται οι resident media experts να ανεβάσουν σχετικά μήδια για το Μπουντρούμ, τα Εκπαιδευτήρια Δημητριάδη και δείγματα καγκουραμαξίων - παρακαλώ όχι μήδια του ΙΚΕΑ.

Disclaimer: To παρόν λήμμα και ο ορισμός του, ουδεμία σχέση έχουν με την παρούσα πολιτική κατάσταση και λογοπαίγνια με βιβλικές καταστροφές και σενάρια εξόδου από το ευρώ, ιφ γιου νόου γουάτ άι μην, κνκ

αατα

- ΝΤΦ ΝΤΦ ΝΤΦ ΝΤΦ ΝΤΦ ΝΤΦ ΝΤΦ...
- wtf;
- ΝΤΦΟΥΤΖΙΤΖΙ ΝΤΦΟΥΝΤΦΟΥΤΖΙΤΖΙ ΝΤΦΟΥΝΤΦΟΥΤΖΙΤΖΙ...
- Ρε Νώντα, τιστομπούτσο είναι αυτός ο σασυρμάς γαμώ το φελέκι μου μέσα γαμώ; Μας έχει πάρει τ' αυτιά!
- Ο Τρύφωνας περνάει από κάτω ρε, με το κινητό Μπουντρούμ που έχει γι' αμάξι.
- Μα ντιπ κάγκουρας ρε πούστη μου... Έτσι να κάνει ο κώλος σου!

Δες και ντάπα ντούπα, ντάμπα ντούμπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός / ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικού κώματος της Αριστεράς, άκα τΣΥΡΙΖΑ και ΣφΥΡΙΖΑ από διάφορους κακεντρεχείς και σκατόψυχους.

Μέχρι πρότινος δεν είχε προκύψει θέμα με το πώς θα αποκαλούνται οι οπαδοί του, διότι ήταν απλώς γνωστοί μεταξύ τους αλλά και στο ευρύ κοινό με τα μικρά τους ονόματα, π.χ. Γιώργος, Πέτρος, Γιάννης, Αλέκα, Ελενίτσα κλπ. Μετά την εκλογική αναμέτρηση της 6ης Μάη όμως που ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε ποσοστό της τάξεως του 17%, αυτό δεν είναι πλέον εφικτό ή πρακτικό, εξ ου και η ανάγκη για συλλογική αναφορά σε οπαδούς / ψηφοφόρους με τον προαναφερθέντα όρο.

Για την ιστορία, οι οπαδοί της ΝΔ λέγονται Νεοδημοκράτες, του ΠΑΣΟΚ λέγονται Πασοκτσήδες, Πασοκτζήδες ή και Πασοκατζήδες, του ΚΚΕ λέγονται Κουκουέδες, Κομμουνιστές, Κνίτες (όταν είναι μικροί ακόμα), του ΛΑΟΣ δεν έχει σημασία μετά από το ποσοστό που πήρε, της Χρυσής Αυγής λέγονται Χρυσαυγίτες ή χρυσά αυγά, των Ανεξάρτητων Ελλήνων λέγονται well... Ανεξάρτητοι Έλληνες ή Καμμένοι και της Δημοκρατικής Αριστεράς το συζητάνε ακόμα γιατί το Δημαρίτες δίνει τρελή αβάντα στον Γ. Δημαρά και δεν είμαστε τώρα για τέτοια.

- Είδες ο Αλέξης; Καλά τους τα 'πε στο Προεδρικό...
- Πας καλά ρε; Από πότε μας προέκυψες εσύ Συριζαίος; Εσύ δεν ήσουν πασοκόσαυρος του κερατά και μας ζάλιζες τ' αρχίδια με τον υποβρυχιάκη και τον ΓΑΠ;
- Ε, ναι, εντάξει, αλλά τώρα με το Μπένυ μου κάθησε κάπως...
- Ρε δε λες ότι χέστηκες με το μνημόνιο μη χάσεις τη θεσούλα σου... Α, ρε δημόσιο φορέβα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φορτικός άνθρωπος, αυτός που δεν καταλαβαίνει ότι αρχίδει και κουράδει. Έρχεται όπου πας έχοντας αυτοπροσκληθεί και γενικώς γίνεται στενός κορσές. Είναι μία ειδική και ιδιαίτερα ενοχλητική υποκατηγορία του πρήχτη.

Ο όρος αποδίδεται και με άλλες εκφράσεις: μουνόψειρα, βδέλλα, τσιμπούρι, κάποιος περισσεύεις, να μαζευτούμε να πάτε, μου έγινε ταγάρι, κολαούζος, κολαούζο.

- Να 'μαστε κι εμείς...
- Α... τα πιάσαμε τα λεφτά μας!
- Πώς είπες;
- Λέω «καλώς τον, πώς από 'δώ;»
- Ε, είπα κι εγώ «πού χάθηκε όλη η παλιοπαρέα τόσες μέρες;» και έκανα δυό, τρία, πέντε τηλεφωνάκια, μαιηλάκια, τσέκαρα φατσοβιβλίο για Checked-in και τσουπ! να 'μαι κι εγώωωω... - Την τεχνολογία μου μέσα...
- Ε;
- Λέω «κι έπεσες μέσα» μπαγάσικο...
Group SMS «Παρέα»: May day, may day magkes, eskase myti o Nwntas. Min er8ete me tpt! 8a prospa8isw na ton 3efortw8w giati einai entelws tis proskollisews kai milame argotera. Mon felek dedans...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προχώ έκδοση της λέξης ξεπερασμένο. Φοριέται από τα απανταχού της επικράτειας 13αρια (και στο δεξί ως κόσμημα).

...η λέξη προχώ είναι ξεπέ. Η λέξη ξεπέ είναι προχώ...

Got a better definition? Add it!

Published

Μονάδα μέτρησης (υπό ένταξη ακόμα στα διεθνή συστήματα MKS και CGS, λόγω γραφειοκρατίας του κράτους των Βρυξελλών) της σεξουαλικής δραστηριότητας του υπό εξέταση υποκειμένου σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η μαθηματική του περιγραφή είναι ΠΧΛΜ.

Υπολογίζεται βάσει του μαθηματικού τύπου (μπ * f) / 100.000, όπου:

μπ είναι το μέγεθος πέους (κατ' άλλους προκύπτει από το «μπούτσος»), εκπεφρασμένο σε εκατοστά, δυνάμενο να πάρει τιμές από 1 εκ. έως 50 εκ., (1 ≤ μπ ≤ 50) για να μην το ξεφτιλίσουμε κιόλας...

f η συχνότητα των σεξουαλικών συνευρέσεων σε απόλυτα νούμερα, δυνάμενη να πάρει τιμές από 0 έως το άπειρο, (0 ≤ f < ∞).

Απαραίτητες διευκρινίσεις: (α) η μαλακία ΔΕΝ μετράει, παρά τις επίμονες προσπάθειες και έντονο lobbying των απανταχού της υψηλίου παιχτών, (β) όπως και με τα καλοκαιρινά μπάνια, ΝΑΙ, μετράνε και τα απογευματινά ως ξεχωριστά, δηλαδή όσες φορές τη μέρα πέσει ο πήδος, γράφει το κοντέρ και (γ) δεν χρειάζεται μεν να υπάρξει απτό προϊόν της πράξης, αλλά πρέπει αυτή να διαρκέσει τουλάχιστον 5 λεπτα ώστε να καταγραφεί ως κανονική και όχι απλά ως προσπάθεια χακεύματος του συστήματος.

Βλέπε και πεοχιλιόμετρα για μία περιφραστική περιγραφή του όρου.

  1. (απλό)
    Έστω πέος εν στύσει μεγέθους 22 εκατοστών, το οποίο έχει συνευρεθεί σεξουαλικώς το 2009 265 φορές. Να υπολογισθεί ο δείκτης των πουτσοχιλιομέτρων ΠΧΛΜ.

Λύση: Αν μπ=22 και f=265, τότε ΠΧΛΜ = (22 * 265) / 100.000 = 0.0583, ήτοι 58,3 πουτσόμετρα.

  1. (σύνθετο)
    Έστω πέος του οποίου το μέγεθος εν στύσει έχει πάρει τιμές από 18 εκατοστά έως 23 εκατοστά κατά τη διάρκεια της σεξουαλικά ενεργής ζωής (ΣΕΖ) του κατόχου του, η οποία για τις ανάγκες της παρούσας άσκησης υπολογίζεται σε 52 έτη. Κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας ΣΕΖ, ο κάτοχος του πέους συνευρέθη σεξουαλικώς άπαξ όλες τις εργάσιμες ημέρες (πλην ΣΚ). Να υπολογισθεί προσεγγιστικά ο δείκτης πουτσοχιλιομέτρων ΠΧΛΜ.

Λύση: Με την παραδοχή ότι η διαφορά Δ του μεγέθους του πέους προέκυψε γραμμικά κατά τη διάρκεια της ΣΕΖ, υπολογίζουμε τον μέσο όρο του μεγέθους χωρίς στάθμιση για τα έτη. Έτσι το μέσο μέγεθος μπ διαμορφώνεται σε 20,50 εκατοστά. Σ' ότι αφορά το f, υπολογίζεται ότι το υποκείμενο ήταν σεξουαλικά ανενεργό για 104 ημέρες κατ' έτος (52 εβδομάδες * 2 ημέρες του ΣΚ), άρα ήταν σεξουαλικά ενεργό για 261 ημέρες, χωρίς να υπολογίζονται τα δίσεκτα έτη, δεδομένης της εκφώνησης για προσεγγιστική λύση. Συνεπάγεται ότι το f διαμορφώνεται σε 13.572 (52 έτη * 261 ημέρες).
Έτσι, ο δείκτης ΠΧΛΜ ισούται με (20,50 * 13.572) / 100.000, δηλαδή με 2,7823 πουτσοχιλιόμετρα.

Μεχρι το απειρο κι ακομα παραπεραααααα (από Vrastaman, 30/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαινομενικά αθώο ρήμα της νεοελληνικής, το οποίο δεν προσφέρεται για λημματογράφηση, λέτε εσείς τώρα...

Για τους Σαλονικιούς εξ ημών, το ρήμα κατεβαίνω έχει, μεταξύ των γνωστών κυριολεκτικών σημασιών, δύο ακόμα:

  • πηγαίνω στο κέντρο της πόλης - απ' οπουδήποτε βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη. Δεν έχει σημασία αν είμαι στην Καλαμαριά (ανατολικά) ή στην Πολίχνη (δυτικά), αν πηγαίνω κέντρο και είμαι Σαλονικιός, τότε «κατεβαίνω κέντρο».
  • πηγαίνω στην Θεσσαλονίκη από τη Χαλκιδική. Αν το προηγούμενο έχει κάποια λογική (πχ αν είμαι στο Πανόραμα, από το οποίο το κέντρο είναι όντως κάτω), αυτό εδώ είναι εντελώς σουρεάλ διότι στο φινάλε η Χαλκιδική (ο νομός όλος) είναι κάτω από τη Θεσσαλονίκη. Εν πάσει περικυκλώσει όμως, αν πρέπει να πας Θεσσαλονίκη από Χαλκιδική, «κατεβαίνεις Θεσσαλονίκη».
  1. - Κατεβαίνει κανείς κέντρο ρε δερβίσια να με πετάξει στη μάνα μου; Έχει κάνει γεμιστά και δεν είναι να τα χάνω.
    - Χαλαρά δικέ μου. Πάμε να τσιμπήσουμε και μετά πάμε για καμιά φραπεδιά στο Θερμαϊκό.

  2. - Πώς περάσατε το σουκού στη Χανιώτη;
    - Νταξ, μιά χαρά, δε λέω... Αφού σαν τη Χαλκιδική δεν έχει ρε φιλαράκι, το ξέρεις. Αλλά το απόγευμα της Κυριακής που είπαμε να κατέβουμε Θεσσαλονίκη, φάγαμε ένα παλτό από την κίνηση, κάτσε καλά... Τρεις ώρες... Τους κωλοαθηναίους μου μέσα ρε πούστη, ένα δρόμο δε μπορούν να κάνουν εδώ πάνω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκεύος που γνωρίζει εδώ και αιώνες μεγάλες πιένες στην Αγγλία και, βέβαια, τίποτε δεν είναι τυχαίο στον κόσμο αυτό. Διαβάστε και φρίξτε ανενόχλητα...

Ένα από τα προ πολλού κατατεθέντα σήματα των απανταχού [fill in the blank - τουλάχιστον 400 σωστές απαντήσεις υπάρχουν] είναι η κλασική πλέον θηλυπρεπής στάση του σώματος, η οποία συνίσταται στα εξής:

  • ρίξιμο του βάρους στο ένα πόδι με αντίστοιχο τούρλωμα το ενός κωλομερίου,
  • το ένα χέρι στη μέση, με παραλλαγή βαθμού πουστότητας την κατεύθυνση των 4 δαχτύλων - αν είναι προς τα μπρος, κάτι σώζεται, αν είναι προς τα πίσω, άστα να παν...
  • το άλλο χέρι λυγισμένο στον αγκώνα με περιεχόμενη γωνία μέχρι 20 μοίρες και λύγισμα του καρπού προς την εξωτερική πλευρά με περιεχόμενη γωνία 90 μοιρών.*

Το σύνολο, ειδικά όπως φαίνεται από τα πλάγια, θυμίζει έντονα τσαγιέρα (το πιάσατε τώρα το υπονοούμενο;) με τον κορμό να είναι το σκεύος αυτό καθ' αυτό, το ένα χέρι να παίζει το ρόλο του χερουλιού και το άλλο αυτόν του στομίου. Το πεταχτό κωλομέρι είναι μπόνους.

Επαναφορά στην Γηραιά Αλβιόνα. Στατιστικές λένε ότι υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ομοφυλόφιλων, το οποίο ξεπερνάει τον ευρωπαϊκό ή και τον παγκόσμιο μέσο όρο, κατά το κοινώς λεγόμενον την τρίζουν την όπισθεν το κατιτίς παραπάνω. Και πίνουν πολύ τσάι. Κάθε μέρα. Την ίδια ώρα. Τσαγιέρα... πουστηρλίκι... tea time... το πιάσαμε; Ετς.


  • Δέον να σημειωθεί ότι η κατά 90 μοίρες περιφορά του πήχη γύρω από τον διαμήκη άξονά του, με παράλληλη διατήρηση της άνωθεν περιγραφείσας περιεχομένης γωνίας του καρπού στις 90 μοίρες, οδηγεί σε γνωστή παραλλαγή της τσαγιέρας, εξίσου δηλωτική των σεξουαλικών προτιμήσεων του ιδιοκτήτη του καρπού.

- Ρε συ, τι έχει ο Νώντας και κάθεται έτσι; Πιασμένος είναι;
- Α, καλά... Τι πιασμένος ρε μαλάκα; Δεν τον βλέπεις που είναι σαν τσαγιέρα; Δεν τα 'παμε ότι ο Νώντας πήρε μεταγραφή και τώρα παίζει με άλλη ομάδα;
- Δηλαδή...
- Τον βοσκάει τον Κένταυρο ρε παιδί μου, πώς να σ' το πω;
- Ποιον Κένταυρο;
- Ρε, το φινιστρίνι... το γυαλίζει λέμε!
- ...
- Τρώει κρέας...;
- Εντάξει, κι εγώ πού και πού - τι πα να πει αυτό;
- Γαμιέται ρε μαλάκα, γαμιέται. Γκιρ γκιρ γκιρ γκιρ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παλιά χρόνια, τότε που υπήρχαν ακόμη Αξίες και Ιδανικά στον τόπο αυτό, πριν εκχυδαϊστεί εντελώς το σύμπαν δηλαδή, ακόμη και στους οίκους ανοχής υπήρχε μία αξιοπρέπεια στον τρόπο με τον οποίο η τσατσά διαφήμιζε τις παρεχόμενες υπηρεσίες στους εν δυνάμει πελάτες.

Περιποίηση ήταν (και είναι ακόμα στα παραδοσιακά μπουρδέλα) το γνωστό, πολυαγαπημένο και χιλιοτραγουδισμένο τσιμπούκι. Την εποχή που ο όρος χρησιμοποιείτο κατά κόρον, το στοματικό σεξ ΔΕΝ ήταν στάνταρ στο μενού, οπότε υπήρχε η ανάγκη να διαφημισθεί με ιδιαίτερη αναφορά, ώστε ν' αποτελέσει τον καταλύτη για την καταφατική απάντηση του πελάτη στο τελικό ερώτημα της τσατσάς «θα περάσει κανείς;».

Η περιποίηση πήγαινε πακέτο με τον όρο «ελεύθερα πιασίματα». Χρήσιμη πληροφορία για τον εκλεκτό πελάτη διότι ελεύθερα πιασίματα σήμαινε ότι αν άπλωνε τα ξερά του να πιάσει κανα βυζάκι ή κανα μουνάκι πάνω στην τρελή γκάβλα, δεν θα 'πεφτε καμιά αδέσποτη σφαλιάρα.

Στην προαναφερθείσα εκθείαση των παρεχομένων υπηρεσιών υπήρχαν και υπάρχουν και άλλες στάνταρ εκφράσεις, οι οποίες παρατίθενται παρακάτω σε μία μικρή και σίγουρα μη εξαντλητική λίστα, αν και δεν συνιστούν σλανγκ, έτσι για την ιστορία:

  • Καθήστε, μη στέκεστε όρθιοι: Για κάποιο περίεργο λόγο, δεν υπάρχει τσατσά στην ελληνική επικράτεια η οποία να ανέχεται να στέκονται όρθιοι περιμένοντας την κοπέλα οι πελάτες. Στον αντίποδα, οι μπουρδελοτσαρκαδόροι θέλουν να είναι πάντα κοντά στην έξοδο διότι έτσι όταν έχει πολλή κίνηση η περιοχή τη βγαίνουν πιο μπροστά από άλλους συναδέλφους, κερδίζοντας καλύτερη θέα ή μικρότερο χρόνο αναμονής στην περίπτωση που τελικώς αποφασίσουν να ενδώσουν.
  • Η κοπέλα είναι... Είναι πολύ καλή στο δωμάτιο, δεν βιάζεται...: Η εν λόγω έκφραση συνήθως βρίθει ανακριβειών, γεγονός που εν μέρει γίνεται αντιληπτό διά γυμνού οφθαλμού και εν μέρει (και μετά από το μπετσάλεν) αφού μασήσει ο θύμας. Συνήθως ο όρος «κοπέλα» χρησιμοποιείται μάλλον υπό την ευρεία έννοια, ότι δηλαδή είναι γένους θηλυκού, αλλά ηλικιακά παίζει να είναι από θείτσα μέχρι γιαγιούμπα. «Πολύ καλή στο δωμάτιο»... Νταξ, ρώτα και τον θείο μου τον ψεύτη... «δεν βιάζεται»... Πολλά έχουν δει τα μάτια μου, μα αυτό μου φέρνει τρόμο. Ιδανικά θέλουν ο πελάτης να τελειώσει πριν μπει στο δωμάτιο, ένοντας κάνει το 1.7% αυτών που η τσατσά υποσχέθηκε. Άστα να παν...
  • Περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα, πισωκολλητό: Self explanatory - πλέον;)
  • Ποιός θα περάσει;: Εξελιγμένη μορφή του «θα περάσει κανείς» υπό την έννοια ότι δεν αφήνει περιθώρια για αρνητική απάντηση και δημιουργεί μία αίσθηση κάτσε-να-προλάβω-πριν-μπει-ο-μαλάκας (ευγενής συναγωνισμός).
  • Έχει ωραίο στήθος: Απάντηση στην ερώτηση «έχει μεγάλο στήθος η κοπέλα;», ενδεικτική της σκληρής δουλειάς και ενδελεχούς εκπαίδευσης που λαμβάνει χώρα στις σχετικές σχολές για τσατσάδες. Ρωτάει ο δύσμοιρος για να μην περιμένει τζαμπαντάν αν το φετίχ του είναι το μεγάλο στήθος για παράδειγμα και αντί για μία μονολεκτική απάντηση τύπου Ναι / Όχι παίρνει την προαναφερθείσα, η οποία τον καθηλώνει στον προθάλαμο για να μορφώσει ιδίαν απόψιν μόλις η κοπέλα βγει από το δωμάτιο.

DISCLAIMER
Το παρόν αποτελεί αποκλειστικά προϊόν (α) επιστημονικής έρευνας του γράφοντος στο διαδίκτυο και (β) προσωπικών συνεντεύξεων με θαμώνες των εν λόγω οίκων. Ο γράφων δηλώνει εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς δηλώσεως ότι ουδεμία σχέση διατηρεί με οίκους ανοχής, διευθύντριες των οίκων αυτών, εργαζόμενες / εργαζόμενους των οίκων αυτών, μη σου πω ότι δεν έχει περάσει ούτε καν απ' έξω, το φελέκι μου μέσα.

Αυτό με κάνει και εμένα να απορώ. Υποθέτω ότι ήταν τόση η στέρηση πριν από 30 χρόνια ώστε μαζί με το σχετικό χαβαλέ υπήρχε και αρκετός ερεθισμός. Επειδή η πορνεία σαν θέμα με έχει απασχολήσει κατά καιρούς θα σου πω και μια ιστοριούλα: παλιά (25 και βάλε χρόνια πριν) οι πόρνες ήταν πολύ σεμνές. Ας πούμε ότι 30 ή 40 χρόνια πριν πήγαινες στο μπουρδέλο και η γυναίκα σήκωνε τη νυχτικιά να κάνεις τη δουλειά σου και να φύγεις. Δεν σου χάριζε πλήρη θέα του κορμιού της και ήταν δύσκολο να βρεις κάτι πιο πικάντικο από το κολπικό σεξ. Πρωκτικό και στοματικό ήταν σχεδόν ανήθικα και περιορισμένα.
Από την δεκαετία του 80 αρχίζει λοιπόν να αλλάζει το αγοραίο σεξ και από εκεί που αρχικά ήταν απλώς για εκτόνωση αρχίζει και απευθύνεται στην απόλαυση. Όλο και περισσότερες πόρνες έβαλαν στο στάνταρ την στοματική επαφή αλλά επειδή οι πελάτες στους οίκους ανοχής είχαν μπερδευτεί σχετικά με το ποια προσφέρει στοματικό και ποια όχι η τσατσά έλεγε πάντα την λέξη “περιποίηση” που σήμαινε στοματικό. Οι τακτικοί θαμώνες το ήξεραν αλλά οι ουρανοκατέβατοι γίνονταν ανέκδοτο γιατί πάνω στην κάβλα τους - με το συμπάθειο - άκουγαν την τσατσά να λέει “περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα” και επειδή δεν άκουγαν αυτό που ήθελαν ρωτάγαν με αγωνία: “τσιμπουκάκι κάνει η κοπέλα;” Από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικής αισθητικής καπελάκι που συνηθίζεται στη γείτονα, παλαιότερα δε και εδώ. Κυριολεκτικά και αδιάφορα.

Σλανγκικά, το φέσι έχει περισσότερες από μία έννοιες, τις οποίες και παραθέτω:

  • H εντελώς μάπα ταινία. Όχι αναγκαστικά η πουτοπάει, αν και το συγκεκριμένο είδος είναι σίγουρα ενδεκαδάτο. (Π1)
  • Συνεχίζοντας κινηματογραφικά, η εντελώς τελείως απίθανη σκηνή σε μία ταινία, η οποία μπορεί να είναι, αλλά μπορεί και να μην είναι συνολικά φέσι. Μία μαρβελιά βρίθει φεσιών, ενώ τον χαρακτηρισμό δεν έχουν αποφύγει και όλα σχεδόν τα έργα James Bond (o κόσμος δεν μπορεί να καταλάβει την τέχνη τελικά...), με τη λογική της αναληθοφάνειας και του εντελώς απίθανου, not-in-this-lifetime / not-on-this-planet σεναρίου ή συγκεκριμένης σκηνής πάντα. (Π2)
  • Yet another όρος για τη μέθη, ο οποίος έρχεται να προστεθεί στη μακρά και επαρκώς καταγεγραμμένη λίστα, την οποία δεν επαναλαμβάνω κι όποιος θέλει να πάει κατά 'κει να τη δει. (Π3)
  • Ο δανεισμός, το χρέος. Ακόμα καλύτερα ο δανεισμός που δεν θέλαμε και πολύ να βάλουμε, π.χ. το δανειοδάνειο. Αυτό ίσως έχει και μία λογική εξήγηση, υπό την έννοια ότι, ως Έλληνες, μάλλον δεν τρελλαινόμαστε με την ιδέα του να βάλουμε ένα φέσι και να τριγυρνάμε. Συντάσσεται με το ρήμα «βάζω». (Π4)
  • Η τό(ν)γκα, η οικονομική ψωλιά. Το φέσι αυτού του είδους «φοριέται», ιδίως μετά από κανονιοβολισμούς. (Π5)
  • Εξυπνακίστικος χαρακτηρισμός για την Τουρκία και τους Τούρκους, κάτι σαν να χαρακτηρίζαμε τους Ελβετούς ως γραβιέρες και τους Ιταλούς ως σπαγγέτι. Τέσπα... (Π6)

    Για τις έννοιες αυτές (κι εδώ έγκειται ο ατέρμονος πλούτος της ελληνικής γλώσσης) υπάρχουν και βαθμίδες: από φεσάκι, σε φέσι και τέλος σε φεσάρα, ώστε ο χρήστης να επιλέγει το κατάλληλο μέγεθος για την εκάστοτε περίσταση.

  1. - Πώς περάσατε χθες με το γκομενάκι που γνώρισες στη Φιλοσοφική; Γάμησες;
    - Με γάμησε, δε λες;... Με πήγε σε ένα εστιατόριο με έθνικ λέει κουζίνα, χάλι μαύρο. Και μετά σ' ένα πουτοπάει του ιρανικού κινηματογράφου τώρα ήταν, του ιρακινού ήταν, θα σε γελάσω... Απίστευτο φέσι! Κοιμόμουν κανα μισάωρο και ξυπνούσα για να κλάσω από τις μαλακίες που είχα φάει. Όχι πως θα καταλάβαινα και τίποτε αν ήμουν ξύπνιος δηλαδή...

  2. ... και βουτάει ο James Bond στον αέρα και κυνηγάει σε ελεύθερη πτώση το αεροπλάνο που πέφτει ακυβέρνητο. Το ΠΙΑΝΕΙ, το πιάνει ρε μαλάκα το άτομο, ΜΠΑΙΝΕΙ μέσα, λες και μπαίνει στο σπίτι του χαλαρός και βέβαια το σώζει κιόλας. Και προφανώς ΔΕΝ έχει ιδρώσει, ΔΕΝ έχει τσαλακωθεί και οι σφυγμοί του είναι 60. Ε, αυτό ρε μεγάλε είναι ο ορισμός του φεσιού. Για τους υπόλοιπους μπες στο σλανγκ τζη αρ, τι να λέμε τώρα...

  3. - Και πίνατε 5 ώρες ρε τρισδιάστατε;
    - Γάμησέ τα... Φέσι γίναμε.
    - Τι φέσι; Λιάρδα!
    - Τι λιάρδα; Αλοιφή!
    - Τι αλοιφή; Ντίρλα!
    - ...

  4. ...Το φέσι της πενταετίας ΝΔ-Καραμανλή-Βαλτοπεδινών κλπ θα ξεπεράσει τα 110 δις ευρώ και το χρέος της Ελλάδας θα φθάσει τα 290 δίς δηλαδή 29.000 ευρώ για κάθε ‘Έλληνα. (από εδώ)

  5. - Ρε Βρασίδα, ο Νώντας πού στον πέουλα έχει χαθεί;
    - Καλύτερα που είναι εξαφανισμένος, γιατί άμα τον δω θα του γαμήσω το ταμτιριρί. Βάρεσε κανόνι και μου φόρεσε ένα φέσι, άστα ράστα και φάε πάστα...

  6. «Ηγεμόνας» με φέσι στο Αιγαίο
    Κυρ, 02/22/2009 - 19:13

Το μισό Αιγαίο θέλει στη δικαιοδοσία της η Άγκυρα μέσω μεγάλης αεροναυτικής άσκησης που σχεδιάζει για το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου και στην οποία έχει καλέσει για να συμμετάσχουν τέσσερις ΝΑΤΟϊκές χώρες προκειμένου να «νομιμοποιήσει» τις αξιώσεις της εις βάρος της Ελλάδας. (από εδώ)

Φέσι, το κυριολεκτικόν μετ\' αραβοσίτου. (γουανταφάκ...) (από acg, 29/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified