Πολλές φορές κάποιος μπορεί να απαντήσει έτσι σε ερώτηση της μορφής: «Τι κάνεις; πώς πάει;», όταν δεν θέλει να μιλήσει για μια κατάσταση που τον τρώει και την έχει αποδεχθεί. Είναι προφανές πως σε αυτόν που κάνουμε την ερώτηση ξέρουμε πως όλα του πάνε στραβά κι αυτός το γνωρίζει, πως το ξέρουμε, ωστόσο όμως δε θέλει να σκαλίζει τα ίδια ή δεν επιθυμεί να ανοιχθεί σε άτομα με τα οποία δεν έχει οικειότητα. Θέλει όμως να δώσει το γενικότερο στίγμα. Το όλο στυλ της έκφρασής του μας δίνει να καταλάβουμε πως συνεχίζεται η δυσοίωνη κατάσταση. Είναι σα να μας λέει με τον τρόπο του: Μην τα ανακατώνεις μεγάλε.

Με το μήνυμα αυτό θέλει επίσης να μας πει πως, αφού η κατάσταση δεν αλλάζει και τα όνειρά του είναι αδύνατον να εκπληρωθούν, έχει πάρει απόφαση να ζήσει με τα απολύτως απαραίτητα. Γι αυτό με τον τρόπο του αυτό μας αποτρέπει να ανοίξουμε τη συζήτηση σχετικά με τις δυσκολίες που περνάει, δείχνοντάς μας πως το σημαντικό για αυτόν είναι να έχει τα απαραίτητα. Η φρασεολογία που χρησιμοποιεί θυμίζει άλλες εποχές, όπου αυτά που περιγράφει ήταν απαραίτητα. Σήμερα λέγοντας τη φράση αυτή μιλά αλληγορικά για τα απαραίτητα που χρειάζεται αυτός σήμερα.

Κάποιος πνιγμένος στα χρέη κινδυνεύει να χάσει το υποθηκευμένο σπίτι του, έχει χάσει τη δουλεία του πρόσφατα, ενώ νέες υποχρεώσεις εμφανίζονται.
Ο κουτσομπόλης της γειτονιάς τον βλέπει σκεπτικό, τον πλησιάζει και τον ρωτάει:
- Τι κάνεις κυρ Σταύρο; Πώς πάει; Προβλήματα; Προβλήματα;
- Τι να σου πω κυρ Μανώλη μου; Εδώ που φτάσαμε... Το λαδάκι να βγαίνει... η ντοματούλα... καμιά ελίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

και πάλι ερώτηση για αν είναι σκόπιμο ή μη το δουλεία (στο παράδειγμα)

#2
GATZMAN

Οχι. Πήρε μετάθεση ο τόνος.Για δουλειά πήγαινε.Thanks

#3
GATZMAN

Εννοώ, πώς πήγαινα να γράψω «δουλειά» και ο τόνος πήγε κι έκατσε άλλου

#4
Hank

Αντιστρόφως: «Το τρώω το τυρί κι ας είν' και μουχλιασμένο, το πίνω το κρασί κι ας είν' και παλιό»...

#5
Fotis Nitsiopoulos

γλύφω κάνα κοκκαλάκι

#6
Vrastaman

Οστεογλυπτική