Συνώνυμο του «ορίστε» αλλά πιο μάγκικο. Λέγεται όταν δίνουμε κάτι σε κάποιον.
Συνώνυμο του «ορίστε» αλλά πιο μάγκικο. Λέγεται όταν δίνουμε κάτι σε κάποιον.
Η προστακτική στην αργκό: -α, -έκα, -ω, έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.
Got a better definition? Add it!
4 comments
jesus
χμμμμ, οκ τα πάντα, απλά μάλλον η κατηγορία είναι στα κλασσικά κ όχι στις λεξιπλασίες.
jesus
επίσης, και κατά ζουγανέλη-γιοκαρίνη
-Άλα της!
-Πιπέρι της.
κ μια κ το παρατηρώ, ορθογραφικό λάθος...να διορθωθεί πάραυτα!:)
iron
... και μια συμπαθητική ιστορία από το 1922. Ως πρόσφυγας από την Μ.Ασία είχε έρθει εδώ και ο πατέρας ενός γνωστού μου. Πρώτα έφτασε με την οικογένειά του στη Λάρισα. Ήταν τότε μικρός, 7 ετών. Την πρώτη μέρα που πήγε στο σχολείο γύρισε σπίτι κλαίγοντας γιατί δεν καταλάβαινε τι του έλεγαν οι συμμαθητές του. Εκείνος μίλαγε βαριά καθαρεύουσα -έτσι είχε μάθει εκεί βαθιά στο Ικόνιο. Και όταν ένας συμμαθητής του είπε «Τσάκω ρε τον σουγιά», εκείνος δεν κατάλαβε γρι. Η μαμά του του εξήγησε ότι το άλλο παιδάκι εννοούσε «Λάβε και κράτει το εγχειρίδιον». Άλλος κόσμος.
idea
Νομίζω οτι είναι περισσότερο συνώνυμο του «πιάσε» ή του «πάρε». Και εξηγούμαι με παραδειγμα:
Τσάκω ρε μάγκα 3 καφετιά και κάντηνα γαργάρα τη δουλειά. (Μτφ. Πάρε 3 χιλιάρικα - δραχμές - και μην πείς κουβέντα σε κανένα σχετικά με την υπόθεση)