Γυναίκα που δεν έχει τίποτα ωραίο πάνω της! (πάτος σε όλα)
- Ρε Σάκη, πώς σου φάνηκε η καινούρια;
- Άσε ρε φίλε, πολύ πατόλα!
Γυναίκα που δεν έχει τίποτα ωραίο πάνω της! (πάτος σε όλα)
- Ρε Σάκη, πώς σου φάνηκε η καινούρια;
- Άσε ρε φίλε, πολύ πατόλα!
Bλ. και σχετικά λήμματα μπάζο, το, μπαζόλα, μπαζόλι, το, μπαζολιό, το και μπαζόμπαζο
Got a better definition? Add it!
3 comments
mariahomorfi
πατολασ=ο αντρασ που δεν εχει τιποτα ωραιο/μεγαλο πανω του[πατοσ σε ολα]
παιζει;
Επισκέπτης
Θὰ μποροῦσε νὰ παίζῃ, ὅμως μερικοὶ χαρακτηρισμοὶ ἔχουν σταθερὸ γένος, ἀσχέτως τοῦ γένους τοῦ χαρακτηριζομένου προσώπου. Λέμε πχ «Μῆτσο, εἶσαι μεγάλη κουφάλα», δὲν λέμε ποτέ κούφαλος. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὰ ἀναφερόμενα ἐπάνω, ἀπὸ τὴν συντακτικὴ ὁμάδα. Ἔχω παρατηρήσει ὅτι οἱ μονογενεῖς χαρακτηρισμοὶ εἶναι κυρίως θηλικοῦ καὶ οὐδετέρου γένους.
Slowthemuchoil
επίσης συναντάται και το μπατόλα εκ του μπάζο+πατόλα+μπατάλα. Χάλι μαύρο δηλαδή.