σκορδομπούτσογλου, σκορδοπούτσογλου

Συνώνυμο του «οποιοσδήποτε», «χ», «μέσος άνθρωπος». Χρησιμοποιείται σε διαφημιστικές εταιρίες και αν και ακούγεται ως μειωτική λέξη στην πραγματικότητα είναι σούπερ ουδέτερη και αν σας την απευθύνουν να μην θυμώσετε!

Θέλω να φτιάξουμε ένα σάιτ που να μπαίνει ο κος Σκορδπούτσογλου και να μπορεί να βρει πληροφορίες για τα ωραία έργα της σεζόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified