Συνώνυμο του «αδελφή», «ντιγκιντάγκα». Ομοφυλόφιλος. Απαξιωτικό και χιουμοριστικό.

«Πάμε στο gay parade να χαζέψουμε κανέναν κουδουνίστρα; It's gonna be fun» είπε ο Φανούρης και αμέσως κέρδισε ομόφωνα το βραβείο Μίστερ Υφήλιος Ομοφοβικός 2007

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified