Δάνειος όρος από τη γειτονική μας Ιταλία. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τις ανεξέλεγκτες παραγγελίες, κυρίως φαγητού αλλά και ποτού.
Δάνειος όρος από τη γειτονική μας Ιταλία. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τις ανεξέλεγκτες παραγγελίες, κυρίως φαγητού αλλά και ποτού.
Got a better definition? Add it!
9 comments
slangprof
Γαμιστερό!
jesus
είναι γαλλικό, νομίζω, à volonté, αλλά δεν ξέρω αν παίζει κάτι παρόμοιο στα ιταλικά. σημαίνει ακριβώς αυτό στα γαλλικά πάντως.
sarant
Γαλλικό είναι. Στα ιταλικά υπήρχε ο ηθοποιός Τζαν Μαρία Βολοντέ.
iron
à volonté
poniroskylo
Δες και αυτό που σημαίνει το αντίθετο: παζ αβολοντέ
iwn
Από το γαλλικό a volonté που σημαίνει «κατά βούληση». Υπάρχει και παραλλαγή στη πόκα , «κούκος διπλός α βολοντέ».
iron
μ' αρέσει η διακριτηκότη του χεσού: «νομίζω».
Γεωργιος Νικολοπουλος
υπαρχει σαν εκφραση το= φουλ και αβολοντε που νομιζω οτι σημαινει αυτο που αναφερεται παραπανω περιπου - ακρως ανεξελεγκτο
Tatum
Οντος ειναι γαλικο, στα ιταλικα ειναι a volonta.