Η γκόμενα.
(προφανώς συνδέεται με τους υπάρχοντες ορισμούς, αλλά βλέπουμε ότι το λήμμα μπορεί άνετα να καλύψει μεγαλύτερο εύρος περιπτώσεων)
Η γκόμενα.
(προφανώς συνδέεται με τους υπάρχοντες ορισμούς, αλλά βλέπουμε ότι το λήμμα μπορεί άνετα να καλύψει μεγαλύτερο εύρος περιπτώσεων)
Got a better definition? Add it!
Το στρινγκάκι. Πρέπει όμως να είναι σκέτο κορδόνι (όχι τριγωνάκι) ώστε να έχει το κατάλληλο σχήμα.
- Πώς πάει ρε φίλε με τη Λίλιαν;
- Φίλε, τι να σου λέω. Πήγαμε πρώτη φορά για μπάνιο χτες, και μόλις έβγαλε το σορτσάκι της, μού πετάει στα μούτρα τη μερσεντές και έμεινα μαλάκας.
Got a better definition? Add it!
Ανεπίσημος μπασκετικός όρος που δηλώνει ένα αψεγάδιαστο καλάθι. Συγκεκριμένα, η μπάλα βρίσκει τόσο καλό στόχο που το διχτάκι δεν μετακινείται ούτε εκατοστό.
Η προέλευση του όρου είναι μάλλον ο ήχος τύπου «τσαφ» που, στη φαντασία των παικτών, προκαλεί ένα τέτοιο καλάθι.
Ρούφα το τσαφάκι μωρή αδερφή!
Got a better definition? Add it!
Εν συντομία, ο όρος αυτός αναφέρεται στο σπέρμα. Αλλά προσοχή: όχι γενικά.
Το σπέρμα μπορεί να χαρακτηριστεί ως φρουτοσταγόνα μόνο κατά την ακριβή χρονική στιγμή της εκσπερμάτισης, και μάλιστα μόνο όταν εκείνη τη στιγμή υπάρχει κατάλληλος αποδέκτης για να το εκτιμήσει.
Ο όρος προέρχεται από μια παλιά καραμέλα, η οποία στο τέλος επιφύλασσε φρουτοσταγόνα-έκπληξη γι' αυτόν που την πιπιλούσε.
Got a better definition? Add it!
Ο ζόρικος, ο νταής, ο βαρύς. Κατ' άλλους, ο αποτραβηγμένος πρώην μάγκας, η ήρεμη δύναμη, αυτός που δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα πλέον, αλλά όλοι ξέρουν περί τίνος πρόκειται.
Ο όρος είναι καθαρά ρεμπέτικος και προέρχεται από το τούρκικο siret (δύστροπος).
Αξίζει να σημειωθεί ότι σερέτες δεν υπάρχουν πια (είχαν την ίδια τύχη με τους μάγκες), οπότε οποιαδήποτε σημερινή έκφανση θα είναι λογικά φτηνή απομίμηση και στο όνομα κάποιας πεζής σκοπιμότητας.
- Ρε Μήτσο, φώναξε τον πιτσιρικά να μας φέρει γρήγορα άλλη μια Moet, για να μην τα κάνω όλα μπουρδέλο εδώ μέσα να πούμε.
- Τι έπαθες ρε μαλάκα; Πολύ σερέτης μας το παίζεις σήμερα.
- (ψιθυριστά) Σουτ, σκάσε ρε μαλάκα μπας και βγάλω κανα γκομενάκι.
Got a better definition? Add it!
Πηδάω, κατά προτίμηση τακτικά.
Η προέλευση είναι άγνωστη, αλλά εικάζεται ότι έχει να κάνει με το γνωστό λάδωμα της μηχανής που εξασφαλίζει την ομαλή και εύρωστη λειτουργία της.
Επίσης, είναι πολύ πιθανό να σχετίζεται με τη γνωστή λαϊκή ρήση φάε λάδι κι έλα βράδι.
- Τι κάνεις ρε, καιρό έχουμε να τα πούμε.
- Φίλε, το πιο σημαντικό νέο είναι ότι πήγα πριν δύο μήνες στον Ανδρόνικο και γνώρισα μια παραμελημένη παντρεμένη.
- Και; Για πες.
- Ε, όπως φαντάζεσαι, από τότε τη λαδώνω κανονικά.
- Πώς πήγε το πρώτο ραντεβού χτες;
- Κοίταξε να δεις, λάδωσα, οπότε δεν έχω παράπονο.
- Ναι, αλλά θα σε ξαναπροτιμήσει;
Got a better definition? Add it!
Ο κοιμισμένος φίλος που δεν ψηνόταν να έρθει μαζί μας στην έξοδο αλλά τον πείσαμε με το ζόρι, και τώρα δεν την παλεύει: νυστάζει, είναι ξενερωμένος, χασμουριέται, δεν την πέφτει σε γκόμενες, και γενικά τον σέρνουμε.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για όποιον είναι γενικά κοιμήσης και βαρετός.
Εμπνευσμένο από την ιστορική ταινία «Τρελλό weekend στου Μπέρνι» στην οποία οι πρωταγωνιστές αναγκάζονται να κουβαλούν μαζί τους ένα πτώμα, και να πείθουν τους άλλους ότι είναι ζωντανό.
- Όχι ρε φίλε! Κοίτα!
- Τι έγινε ρε; Είδες κανα νιμού;
- Όχι ρε, ο μαλάκας ο Κώστας κοιμάται στο τραπέζι. Ρόμπα θα μας κάνει στο μαγαζί, ο Μπέρνι.
- Έλα ρε, λέμε να πάμε με τους άλλους Μπονάνο, είσαι ψηνάκης;
- Όχι ρε, δεν μπορώ, έχω να διαβάσω πιάνο. Νυστάζω κιόλας.
- Έλα ρε μαλάκα Μπέρνι. Παρακάλια θέλεις;
Got a better definition? Add it!
Εξεζητημένη αργκό των γυμναστηρίων. Σημαίνει την απώλεια της γράμμωσης, κατά κανόνα στους κοιλιακούς (που είναι και το βαρόμετρο της φυσικής κατάστασης).
Αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι είναι σαφώς χειρότερο να έχεις τις φέτες και να τις χάσεις, από το να μην τις είχες ποτέ, τότε θα καταλάβει την απελπισία που συνδέεται με αυτήν την κατάσταση.
- Τι έγινε ρε φίλε και έχεις τις μαύρες σου; Δεν έπαιξες πολλά κιλά πάγκο;
- Όχι ρε, δεν είναι αυτό. Απλά έχω απογοητευτεί γιατί μου βγήκε ο πάτος ένα χρόνο να χτίσω τη χελώνα, και μέσα σε ένα μήνα σβήστηκα.
Got a better definition? Add it!
«Αυτό δεν είναι slang» θα αναφωνήσει ο μέσος αναγνώστης. Και θα έχει δίκιο.
Κάποιες παρέες όμως χρησιμοποιούν τον όρο αυτόν εννοώντας ότι στην έξοδο θα συμπεριλαμβάνονται τελικά και γυναίκες - αλλά με μια σημαντική λεπτομέρεια: οι γυναίκες αυτές θα είναι οποιεσδήποτε άλλες, ΕΚΤΟΣ από τις δικές τους.
Με αυτήν την έννοια, το λήμμα προάγεται σε slang - και μάλιστα εξαιρετικής χρησιμότητας.
(μετά από πολύωρο καυγαδάκι με συνοδεία παντόφλας)
- Μα ρε μωρό μου, δεν σε καταλαβαίνω. Τόσο καιρό είμαι τύπος και υπογραμμός. Δικαιούμαι πιστεύω μετά από τόσα χρόνια να βγω επιτέλους αντροπαρέα.
- Ουφ, τέλος πάντων. Σου επιτρέπω μια τελευταία φορά, αλλά να ξέρεις ότι θα με αποζημιώσεις αδρά.
(μετά από πέντε λεπτά, στο τηλέφωνο)
- Έλα ρε μαλάκα, ΟΚ τελικά, εγώ πήρα άδεια από τη δικιά μου. Οπότε, παίρνω αμέσως την Κική να την καλέσω και να της πω να φέρει και καμιά πεινασμένη φίλη της.
- Έγινε, κι εγώ θα πω στην 25η κάβα, την Τζένη.
Got a better definition? Add it!
Η κατάσταση κατά την οποία όλα τα αυτοκίνητα είναι ακινητοποιημένα λόγω υπερβολικής κίνησης, με συνέπεια το σκηνικό να μοιάζει με φωτογραφία.
Συνώνυμο: πάρκινγκ.
Προϊστάμενος: Τι ώρα είναι αυτή που έρχεσαι στη δουλειά ρε άχρηστο υποκείμενο;
Κακομοίρογλου: Με συγχωρείτε κύριε προϊστάμενε, αλλά σήμερα έχουν απεργία τα λεωφορεία, και η εθνική είναι φωτογραφία.
Got a better definition? Add it!