Τον πούλο (όπως θα λεγόταν στα ισπανικά αν υπήρχε ανάλογη λέξη).
- Πω πω, ρε συ μόλις πληροφορήθηκα ότι χάνουμε 2-0!
- Los poulos...
Τον πούλο (όπως θα λεγόταν στα ισπανικά αν υπήρχε ανάλογη λέξη).
- Πω πω, ρε συ μόλις πληροφορήθηκα ότι χάνουμε 2-0!
- Los poulos...
Βλ. και σχετικά λήμματα: παίρνω τον πούλο, τον πούλο αρμ, τον πούλο τον τρεχάτο και τον πούλοβιτς
Got a better definition? Add it!
4 comments
papageno
Μια παρατήρηση για την ορθογραφία: Γιατί όχι «los pulos»;
A propo'sito, το λήμμα μου θύμισε μια genuine ισπανική λέξη (and I'm not making this up): paparrucha = ανοησία
Παράδειγμα: «!Basta ya, no quiero escuchar tus paparruchas!»
Vrastaman
Γιαννάκη, μη λες παπαρούτσες!
Επισκέπτης
«Μια παρατήρηση για την ορθογραφία: Γιατί όχι «los pulos»;»
χμ αυτό δεν το σκέφτηκα... μάλλον μου βγήκε αυθόρμητα λόγω της ελληνικής λέξης που γράφεται με «ου». Εντάξει τι ψάχνεις κι εσύ!
ΝΤΙΝΟΣ
NTINOS
«pulo» και «pular», στα ισπανικά και τα πορτογαλικά σημαίνει «πήδημα», «πηδάω», μονο με την έννοια του άλματος.
«paparrucha» (εκτός απ'το γνωστό εστιατόριο-ψησταριά), στη νότια Νότια Αμερική, αντιστοιχεί περισσότερο με «κουραφέξαλα» και «αρλούμπες».