Τον πούλο (όπως θα λεγόταν στα ισπανικά αν υπήρχε ανάλογη λέξη).

- Πω πω, ρε συ μόλις πληροφορήθηκα ότι χάνουμε 2-0!
- Los poulos...

La paparrucha, la paparrucha, la la la la la la la   (από Vrastaman, 13/12/08)

Βλ. και σχετικά λήμματα: παίρνω τον πούλο, τον πούλο αρμ, τον πούλο τον τρεχάτο και τον πούλοβιτς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
papageno

Μια παρατήρηση για την ορθογραφία: Γιατί όχι «los pulos»;

A propo'sito, το λήμμα μου θύμισε μια genuine ισπανική λέξη (and I'm not making this up): paparrucha = ανοησία
Παράδειγμα: «!Basta ya, no quiero escuchar tus paparruchas!»

#2
Vrastaman

Γιαννάκη, μη λες παπαρούτσες!

#3
Επισκέπτης

«Μια παρατήρηση για την ορθογραφία: Γιατί όχι «los pulos»;»

χμ αυτό δεν το σκέφτηκα... μάλλον μου βγήκε αυθόρμητα λόγω της ελληνικής λέξης που γράφεται με «ου». Εντάξει τι ψάχνεις κι εσύ!

#4
ΝΤΙΝΟΣ

NTINOS
«pulo» και «pular», στα ισπανικά και τα πορτογαλικά σημαίνει «πήδημα», «πηδάω», μονο με την έννοια του άλματος.
«paparrucha» (εκτός απ'το γνωστό εστιατόριο-ψησταριά), στη νότια Νότια Αμερική, αντιστοιχεί περισσότερο με «κουραφέξαλα» και «αρλούμπες».