Η γνωστή coca cola όταν πλέον έχει γίνει καθημερινή συνήθεια και λόγω οικειότητας χρησιμοποιείται το «υποκοριστικό» της.

Επίσης, οι γνωστοί λόγοι βαρεμάρας και λιωσίματος, κάνουν την λέξη μικρότερη και πιο γλυκιά.

Πιάσε καμιά κοκολίτσα να πιούμε!

Υποκοριστικό του "κοκολά". (από Khan, 22/09/14)

Βλ. και κοακόλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified