Δεν είσαι κατάλληλος / ικανός για τίποτα.
Είσαι ξενέρωτος.

- Πήγα στο μέγαρο χθες.
- Στο Μέγαρο; Εγώ πήγα Ζαζόπουλο. Δεν κάνεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευγενικός τρόπος για να αποφύγεις κάποιον.

- Κάτσε ρε Μητσόκλα να πιούμε άλλο ένα τσίπουρο.
- Θρασύβουλα, καλή η παρέα σου, αλλά βρωμάνε τα πόδια σου. Πόσες μέρες φοράς αυτές τις HIKE (αλά NIKE) παντόφλες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαγιώ-σλιπάκι που επιμένουν να φορούν όλοι οι σφίχτερμαν. Θερμή παράκληση να καταργηθούν πάραυτα!

Πού πας ρε Λάκη με αυτό το μαγιώ; Άμα λάχει το κάνεις και σφεντόνα;

Μη ξεχνάτε και τα σφιχτά κορίτσια! (από Vrastaman, 09/10/08)Μιλάμε κυριολεκτικά τώρα… (από panos1962, 09/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified