Η φίλη μου που τρώμε μαζί μέχρι σκασμού στα Μακγκούτις πριν να ρίξουμε τα κορμιά μας στην πισίνα κι όποιον πάρει η πλημμυρίδα.
- Πού είσαι φαλενάδα; Σ' ακούω μα δε σε βλέπω.
- Προσπαθώ να πάρω τη στροφή.
Η φίλη μου που τρώμε μαζί μέχρι σκασμού στα Μακγκούτις πριν να ρίξουμε τα κορμιά μας στην πισίνα κι όποιον πάρει η πλημμυρίδα.
- Πού είσαι φαλενάδα; Σ' ακούω μα δε σε βλέπω.
- Προσπαθώ να πάρω τη στροφή.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
(Ουδέτερο) Το πιο σημαντικό από τα σημαντικά.
Συνδυασμός του «ρεζουμέ» με το «ζουμί».
Παραγωγή: ρεζουμίζω - αορ. ρεζούμισα μια γριά χανούμισα, ενώ σε ορισμένες αργκοπεριοχές συναντάς ενίοτε το ρεζουμάρω - αορ. ρεζούμαρα τα παλιά τα φούμαρα.
Το ρεζουμί της υπόθεσης με το ΔουΝουΤου είναι: «Δίνε Του» (και με τις δύο υφολογικές σημασίες δηλ. «Δίνε Του εξωαποδώ» και «Δίνε Του, Δίνε Του Δίνε Του μέχρι να σκάσει το βλαμμένο»).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified