Στην στρατιωτική αργκό ο ανώτερος που καψωνάρει τους κατώτερους, δηλαδή τους στάζει, τους τεντώνει. Ο όρος χρησιμοποείται ευρέως στην σχολή εφέδρων αξιωματικών πεζικού. Συνώνυμο: στάχτερμαν.

- Ο διμοιρίτης μας; μεγάλος στάχτης. Μισή ώρα παίρναμε κάμψεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπηρεσία του αξιωματικού πύλης ή η σκοπιά του οπλίτη στην πύλη του στρατοπέδου.

Έχω πύλινγκ νούμερο γερμανικό σήμερα, άσε με να κοιμηθώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified